Του Γιώργου Παπαδημητρίου,
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές η 88η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης ετοιμάζεται να ανοίξει τις πύλες της και -ανεξάρτητα από το πώς θα κυλήσει από άποψη επισκεψιμότητας, προβολής, εμπορικών συμφωνιών, ζυμώσεων κάθε τύπου- έχει ήδη καπαρωμένη θέση στα ιστορικά κιτάπια ως η τελευταία ΔΕΘ στην οποία η Θεσσαλονίκη και οι κάτοικοί της θα ζουν χωρίς μετρό. Το γνωρίζουμε, ακούγεται σαν ψέμα έπειτα από τόσες σκανδαλώδεις καθυστερήσεις, ματαιώσεις, αναβολές και κοροϊδίες, δεν παύει όμως να είναι πραγματικότητα διότι το νερό έχει πλέον μπει στο αυλάκι χωρίς αστερίσκους, υποσημειώσεις και ψιλά γράμματα. Μάλιστα, αν μπει κανείς στη διαδικασία να οπτικοποιήσει την εικόνα των εγκαινίων της 89ης ΔΕΘ, τον Σεπτέμβριο του 2025, θα κληθεί να πλάσει μια πρωτόγνωρη εικόνα: κόσμος να κατεβαίνει στο κέντρο με το μετρό, μικρότερο κυκλοφοριακό κομφούζιο στους δρόμους, πιο εύρυθμη λειτουργία της πόλης.
Χωρίς να υποκύπτουμε στην υπεραπλουστευμένη εξίσωση μετρό=επίλυση των βασικών προβλημάτων της πόλης, η αλήθεια είναι πως το Μετρό Θεσσαλονίκης θα δρομολογήσει έναν βαθύ αναστεναγμό ανακούφισης για μια χιλιοταλαιπωρημένη, βασανισμένη -και σε μπόλικα ζητήματα- παραιτημένη στο έλεός της- πόλη. Η Θεσσαλονίκη, αποκτώντας επιτέλους μετρό ύστερα από δεκαετίες υπομονής και προσμονής, θα δει την καθημερινότητά της να γίνεται λίγο πιο ανθρώπινη όσον αφορά το μποτιλιάρισμα, τη μετακίνηση των πολιτών, τη λειτουργία του προβληματικού ΟΑΣΘ, το παρκάρισμα. Οι ώρες αιχμής θα γίνουν λίγο πιο υποφερτές, ορισμένες μετακινήσεις θα πάψουν να θεωρούνται ανέφικτες, η κουλτούρα της συνεχούς χρήσης του αμαξιού και η μόλυνση από τους ρύπους των αυτοκινήτων θα καμφθούν έστω και μερικώς.
Φυσικά, η υπόθεση μετρό δεν ολοκληρώνεται με τα εγκαίνια της (βασικής) Κόκκινης Γραμμής σε δύο μήνες από τώρα, καθότι περιμένουμε με ανυπομονησία τις προαναγγελθείσες επεκτάσεις, τη σύνδεση με το Αεροδρόμιο Μακεδονία, τον Δυτικό Προαστιακό Σιδηρόδρομο, την κατασκευή της Πράσινης Γραμμής, την κάλυψη των αναγκών ολόκληρης της πόλης (ιδίως των σημείων της που το έχουν περισσότερο ανάγκη και τα οποία δεν συμπεριλαμβάνονται στην αρχική Κόκκινη Γραμμή) με το δίκτυο του μετρό. Παράλληλα, είναι αναγκαίο να εκπονηθούν οι απαραίτητες συγκοινωνιακές μελέτες και να υλοποιηθούν οι δέουσες συμπληρωματικές παρεμβάσεις και διορθωτικές κινήσεις σε όλα τα επίπεδα ώστε οι μετακινήσεις στη Θεσσαλονίκη να αποκτήσουν τη δομή, την οργάνωση, την αποτελεσματικότητα και την όψη των αντίστοιχων στις σύγχρονες ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις.
Ο προσεχής Νοέμβριος, λοιπόν, θα αποτελέσει ένα μικρό έναυσμα αισιοδοξίας που τόσο είχε ανάγκη η πόλη, επιφέροντας μια αλλαγή που θα έχει ευεργετικές ωφέλειες σε πολλαπλά επίπεδα, πέρα από το αμιγώς πρακτικό σκέλος. Διότι το ζητούμενο δεν είναι να αποκτήσει απλώς η Θεσσαλονίκη μετρό, αυτό θα συμβεί και είναι πλέον αναπόδραστο. Το ζουμί της ιστορίας έγκειται όπως πάντα στη μεγάλη εικόνα, στην αίσθηση μιας συνέχειας, στην καθιέρωση μιας διαφορετικής συνθήκης. Η Θεσσαλονίκη θα πρέπει να πάψει να είναι η πόλη των μισοτελειωμένων έργων, των υποσχέσεων που δεν τηρούνται, των μεγαλεπήβολων πρότζεκτ χωρίς να έχει προηγηθεί ουσιώδης επικοινωνία με τους φορείς και με τους κατοίκους της πόλης. Πάνω απ’ όλα, η Θεσσαλονίκη είναι απαραίτητο να σταματήσει να είναι η πόλη της μεμψιμοιρίας, του βολέματος με τα λίγα και καλά, των μηδενικών διεκδικήσεων. Για να το θέσουμε απλά, η Θεσσαλονίκη οφείλει να έχει τροχιά προς το σύμπαν της μεγαλούπολης και όχι προς τον αναχρονιστικό επαρχιωτισμό.
Τα θυρανοίξια του μετρό, λοιπόν, θα είναι ημέρα ανακούφισης για τη Θεσσαλονίκη, αλλά σίγουρα όχι ημέρα γιορτής για τους κατοίκους της. Και σίγουρα δεν θα πρέπει να επιτρέψουμε να γίνει ημέρα θριαμβολογίας για τους κάθε λογής επίσημους. Τα στάσιμα έργα δεκαετιών, η αίσθηση εμπαιγμού, η εικόνα φουτουριστικού εργοταξίου που απέπνεε για χρόνια η πόλη, οι επαγγελματίες που χρεοκόπησαν στην ευρύτερη περιοχή της Δελφών, οι μηδενικές ευθύνες που αποδόθηκαν σε όλους όσοι έπαιξαν ρόλο στις εξωφρενικές καθυστερήσεις είναι ορισμένα από τα γεγονότα που οφείλουμε να θυμόμαστε για πολύ καιρό ακόμη.