Την αγωνία και τους προβληματισμούς των νέων στην Ευρώπη για την επαγγελματική αποκατάσταση και την ανεργία, τις συνθήκες ζωής και εργασίας, αλλά και την ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος περιγράφει η μαθήτρια του Αριστοτελείου Κολλεγίου, Μαριάνθη Τογκαρίδου στην εργασία της, που διακρίθηκε στον 33ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό (60ό Πανευρωπαϊκό) Γραπτών και Καλλιτεχνικών Εργασιών της Ευρωπαϊκής Ημέρας Σχολείων.
Στο διαγωνισμό, που διοργανώθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση Εκπαιδευτικών με γενικό θέμα «Πώς θα ήθελα να ζω στην Ευρώπη», συμμετείχαν μαθητές των γυμνασίων, λυκείων και των δύο τελευταίων τάξεων του δημοτικού.
Η μαθήτρια της Β’ Λυκείου Μαριάνθη Τογκαρίδου επελέγη με την εργασία της ανάμεσα στις καλύτερες και αρτιότερες συμμετοχές στην Ελλάδα. Για το λόγο αυτό δέχτηκε πρόσκληση από την Ελληνική Εθνική Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ημέρας Σχολείων για να βραβευτεί σε ειδική τελετή που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, στο Μέγαρο των Γραφείων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Τη μαθήτρια συνόδευσε στην εκδήλωση η υπεύθυνη καθηγήτρια κ. Μαίρη Παπαχρήστου, η οποία έλαβε έπαινο από την Aede (Association Européenne des Enseignants).
Ως συνέχεια της τιμητικής διάκρισης η Μαριάνθη Τογκαρίδου, όπως και άλλοι εννέα μαθητές ελληνικών σχολείων, ύστερα από αξιολόγηση επελέγησαν να φιλοξενηθούν σε χώρους του Συμβουλίου της Ευρώπης, για να συμμετάσχουν σε συναντήσεις νέων, που έχουν αντίστοιχα βραβευτεί στη χώρα τους.
Στην γραπτή εργασία της η Μ. Τογκαρίδου, αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Είναι κοινά αποδεκτό πως οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρά την κρίση, υπερέχουν από τις περισσότερες χώρες εκτός Ευρώπης σε ό,τι αφορά την υγειονομική περίθαλψη και την κοινωνική μέριμνα, την παιδεία και το πολιτιστικό επίπεδο, την εξάλειψη ή τον περιορισμό του κοινωνικού αποκλεισμού, την ισότητα των ευκαιριών, τα ανθρώπινα δικαιώματα και ειδικότερα τα δικαιώματα των ευπαθών κοινωνικών ομάδων και των μεταναστών, την καταπολέμηση του ρατσισμού, την ισότητα ανδρών και γυναικών, την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, τις εργασιακές σχέσεις, τον κοινωνικό διάλογο και την απασχόληση, την ασφάλεια και το επίπεδο ευημερίας των πολιτών, γενικά τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας». Σε άλλο σημείο της εργασίας της η μαθήτρια τονίζει πως οι συνθήκες διαβίωσης και εργασίας στον ευρωπαϊκό χώρο δεν είναι παντού οι ίδιες. «Στο θέμα αυτό η Ευρώπη κινείται με δύο ταχύτητες: από τη μία οι χώρες κυρίως του νότου, στις οποίες οι συνθήκες διαβίωσης και εργασίας είναι αρκετά υποβαθμισμένες εξαιτίας της ενδημούσας οικονομικής κρίσης και των αρνητικών φαινομένων που την ακολουθούν. Κι από την άλλη οι χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, όπου σαφώς επικρατούν συνθήκες διαβίωσης και εργασίας πολύ υψηλότερου επιπέδου. Επομένως, ο προβληματισμός έγκειται στο πώς θα πλησιάσουν όλες οι χώρες στον ίδιο περίπου μέσο όρο συνθηκών διαβίωσης και εργασίας. Αυτό αποτελεί την ελπίδα και την προσδοκία των νέων όλης της Ευρώπης. Βέβαια, στην Ευρώπη των δύο ταχυτήτων είναι φανερό πως οι νέοι, έστω και σε διαφορετικό βαθμό και ένταση, δεν παύουν να έχουν τα ίδια περίπου αιτήματα και τις ίδιες αγωνίες», σημειώνει η μαθήτρια αναφερόμενη στο φόβο της ανεργίας, στο βιοτικό επίπεδο, στην ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος, στις δυνατότητες απρόσκοπτης επαγγελματικής εξέλιξης και σε άλλα ζητήματα που απασχολούν τη νέα γενιά. «Και δικαιολογημένα προσβλέπουν (σ.σ. οι νέοι) στην ευαισθησία και στη δυναμική υποστήριξη των Ευρωβουλευτών, ώστε να προωθήσουν τα δίκαια αιτήματα της νεολαίας, για ένα καλύτερο, ασφαλέστερο και πιο ελπιδοφόρο μέλλον. Φυσικά, αυτό προϋποθέτει την ενεργό συμμετοχή των νέων στον αγώνα για την ενίσχυση των ευρωπαϊκών θεσμών, την αποδυνάμωση της τάσης του ευρωσκεπτικισμού και την προσήλωση στις επιταγές της ευρωπαϊκής παιδείας και του ευρωπαϊκού πολιτισμού και ανθρωπισμού», καταλήγει η μαθήτρια του Αριστοτελείου Κολλεγίου.