Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Ταινία της εβδομάδας: Η Μοδίστρα, με την Κέιτ Γουίνσλετ

Υφαίνοντας την εκδίκηση...

Του Γιώργου Παπαδημητρίου

Το καλοκαιράκι που μας καλωσόρισε δείχνει να έχει επιπτώσεις και στην κινηματογραφική κίνηση των αιθουσών της πόλης. Τρεις μόνο νέες ταινίες αυτή την εβδομάδα, με την εκδικητική «Μοδίστρα» που υποδύεται η Κέιτ Γουίνσλετ να ξεχωρίζει. Από εκεί και έπειτα, τις νέες ταινίες συμπληρώνουν το συνηθισμένο καλοκαιρινό κινηματογραφικό φρούτο της γαλλικής κομεντί («Έρωτας στα τυφλά») και το sequel από τα «Χελωνονιντζάκια». Ειδική μνεία γίνεται προς το τέλος του κειμένου μας, σε μία αξιόλογη προβολή που διοργανώνει μία από τις κινηματογραφικές λέσχες της πόλης μας, την προσεχή Δευτέρα.

H μοδίστρα

Αξιολόγηση: ***

Σκηνοθεσία: Τζόσελιν Μουρχάους

Παίζουν: Κέιτ Γουίνσλετ, Τζούντι Ντέιβις, Χιούγκο Γουίβινγκ, Λίαμ Χέμσγουορθ

Διάρκεια: 118’

Δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια μετά την τελευταία της σκηνοθετική απόπειρα (Τα χίλια εκτάρια, 1997), η Τζόσελιν Μουρχάους επέστρεψε στη γενέτειρά της, Αυστραλία, έχοντας στο σεναριακό της πλευρό τον σύζυγό της Πι Τζέι Χόγκαν. Αμφότεροι υπήρξαν, αν όχι επιφανείς, τουλάχιστον αξιοσημείωτοι συνεχιστές της κληρονομιάς του Αυστραλιανού Νέου Κύματος των δεκαετιών του ’70 και του ’80, στο οποίο κυριάρχησαν τα ονόματα των Πίτερ Γουέιρ και Τζορτζ Μίλερ.

Εξαργυρώνοντας τις επιτυχίες του (όντως πολύ καλού) Proof (1991) και του (συμπαθούς, αλλά μάλλον απλοϊκού) Η Μύριελ παντρεύεται (1994) αντιστοίχως, το ανδρόγυνο μετακόμισε από την Αυστραλία στο Χόλιγουντ, χωρίς κανείς από τους δύο να κατορθώσει ποτέ να δικαιολογήσει αυτή τη «μεταγραφή». Η κινηματογραφική παλιννόστηση στους Αντίποδες, με τη Μοδίστρα (βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα της επίσης Αυστραλιανής Ρόζαλι Χαμ), δείχνει πάντως -σε αρχικό τουλάχιστον στάδιο προθέσεων- να συγκεντρώνει πολλά από τα στοιχεία που είχαν χαρακτηρίσει τις “Ozploitation” days του αυστραλιανού σινεμά.

Μία αίσθηση νοητικής και ψυχολογικής αστάθειας των χαρακτήρων, σε συνάρτηση με το αχανές κι αχαρτογράφητο ερημικό τοπίο που τους περιβάλλει. Ένα υποδόριο γκροτέσκο touch, μία μίξη απορρυθμισμένου χιούμορ και θανατερής ατμόσφαιρας. Μία μόνιμη western πινελιά, με ανθρώπους έρμαια μίας παράνοιας ενδημικής σε αυτές τις εσχατιές της Γης. Ναι, η Μοδίστρα βρίθει από εικόνες και ιδέες που ταιριάζουν σε αυτό το κλίμα, ευθύς εξαρχής μάλιστα, όταν μία σχεδιάστρια μόδας εισβάλλει με τόνο μοιραίο σε μία κωμόπολη της αυστραλιανής ενδοχώρας του ’50, κραδαίνοντας, αντί για κάποιο σιδερικό, τη ραπτομηχανή της.

Μπαλάκια του γκολφ που σφυρίζουν στον αέρα αντί για σφαίρες. Ένας cross dresser προστάτης του νόμου που ηδονίζεται στη θέα ντελικάτων υφασμάτων. Ένας καμπούρης σατανικός γέρος που, όταν περπατά, παίρνει φόρα - φόρα κατηφόρα και πρέπει να συναντήσει κάποιο μαξιλάρι για να σταματήσει την πορεία του. Μία φαρ ουέστ τύπου κωμόπολη, όπου η υψηλή ραπτική κάνει το πραγματικό κουμάντο. Με γυναίκες ντυμένες σαν παριζιάνικα μοντελάκια αντί για σκληρούς και μπεκρήδες άνδρες και με το αντίπαλο δέος που καταφθάνει απειλητικά να είναι, όχι κάποιος παράνομος πιστολέρο, αλλά μία από τις πιο ζόρικες μοδίστρες που κυκλοφορούν στην πιάτσα.

Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την ηγεμονική παρουσία της (όσο πάει και πιο γοητευτικής) Κέιτ Γουίνσλετ και μία κινηματογράφηση από παραμορφωτικές γωνίες λήψης, θα έπρεπε κανονικά να φτάνουν και να περισσεύουν για τη Μοδίστρα. Η οποία όμως προδίδεται από την κάπως υπερτροφική διάθεση της Μουρχάους και από διάφορες επιμέρους αστοχίες. Όπως για παράδειγμα, από το ότι η Γουίνσλετ περισσότερη στήριξη βρίσκει στο συμπληρωματικό καστ, παρά στους κατεξοχήν συμπρωταγωνιστές, με την εξαίρεση του (πάντα ντελικάτου) Χιούγκο Γουίβινγκ. Αρχικά, στην περσόνα που υποδύεται ο Λίαμ Χέμσουορθ συμπίπτουν τόσο μία ατυχής casting επιλογή όσο και ένας τρομερά κακογραμμένος ρόλος. Εν δευτέροις, η Τζούντι Ντέιβις περισσότερο κουράζει παρά ψυχαγωγεί, περισσότερο επιτηδευμένα φωνασκεί παρά αυθεντικά παραληρεί.

Από εκεί και έπειτα, η Μοδίστρα θα έπρεπε να αφεθεί ολοκληρωτικά στην τονικότητα που της αρμόζει και εντός της οποίας θα μπορούσε να μεγαλουργήσει. Διότι στις στιγμές που παραδίδεται στο σαλταρισμένο και εξτραβαγκάν γκροτέσκο, δείχνει πως μπορεί να σταθεί πανάνετα ως μία μελωδική παραφωνία. Αντ’ αυτού όμως, η Μουρχάους επιλέγει μία πολυφωνικότητα, την οποία αδυνατεί να υποστηρίξει, με αποτέλεσμα η ταινία της να μοιάζει ανά στιγμές με μία φάλτσα συρραφή χασμωδιών.

Απαλλαγμένη από τα βάρη ενός ρομάντζου σκέτης φρουτόκρεμας, των αχρείαστα σοβαροφανών flashbacks που μας μεταφέρουν στο παιδικό τραύμα - μυστήριο και κάποιων εξάρσεων χοντροκομμένου χιούμορ, η Μοδίστρα θα μπορούσε να εστιάσει στα θέλγητρά της σφαιρικά και όχι αποσπασματικά (όπως, λόγου χάρη, στην πλάγια διασύνδεσή της, στην πορεία των δρώμενων, με τον σαιξπηρικό Μακβέθ). Και να αποφύγει την εντύπωση ότι η κορύφωσή της μοιάζει ξεκάρφωτη και ουρανοκατέβατη. Κι αυτό είναι το σημείο, όπου καλούμαι να πω ότι με τα «αν» δεν γίνεται δουλειά ή ότι τέλος πάντων γίνονται μονάχα μισοδουλειές.

Επίσης στις αίθουσες της Θεσσαλονίκης:

Ραντεβού στα τυφλά

Σκηνοθεσία: Κλοβίς Κορνιγιάκ

Παίζουν: Κλοβίς Κορνιγιάκ, Μελανί Μπερνιέ

Διάρκεια: 91’

Καλοκαίρι χωρίς γαλλική ρομαντική κομεντί στα θερινά σινεμά είναι σαν καλοκαίρι χωρίς ρεπορτάζ στα δελτία ειδήσεων για τον επερχόμενο καύσωνα. Ένας λιγομίλητος δημιουργός γρίφων (!) και μία πιανίστρια που ετοιμάζεται για ένα διαγωνισμό οφείλουν να έρθουν σε συνεννόηση, καθώς τους χωρίζει μία απλή μεσοτοιχία. Και προς έκπληξη όλων, ερωτεύονται...

Χελωνονιντζάκια 2

Σκηνοθεσία: Ντέιβ Γκριν

Παίζουν: Μέγκαν Φοξ, Πιτ Πλόζεκ, Νόελ Φίσερ, Άλαν Ρίτσον, Τζέρεμι Χάουαρντ,

Διάρκεια: 112’

Ο Σρέντερ πραγματοποιεί απόδραση κατά τη μεταφορά του σε φυλακή υψίστης ασφαλείας, τηλεμεταφέρεται σε μία διάσταση μακρινή και επιστρέφει με παρέα τον εγκληματικό mastermind Κρανγκ, με απειλητικές διαθέσεις. Οι 4 χελώνες που λατρεύουν την πίτσα, με βοηθό τη σέξι Έιπριλ, αναλαμβάνουν να σώσουν την πόλη τους. Αυστηρά ακατάλληλο για ενηλίκους.

Sweet Movie

Σκηνοθεσία: Ντούσαν Μακαβέγιεθ

Παίζουν: Κάρολ Λορ, Πιερ Κλεμεντί

Διάρκεια: 98’

Τη Δευτέρα 6 Ιουνίου και ώρα 21:00, η κινηματογραφική λέσχη των εργαζομένων της ΕΡΤ3 προβάλλει στο σινεμά «Βακούρα» την εξόχως και απολαυστικά θεοπάλαβη “Sweet Movie” (1974) του Ντούσαν Μακαβέγιεφ. Με μουσική υπόκρουση του Μάνου Χατζιδάκι και ευθείες αναφορές στις θεωρίες του Βίλχελμ Ράιχ, ένα ντελιριακό κονσέρτο σεξ και επανάστασης.

Η σινεφίλ ατάκα της εβδομάδας

«Φυσικά και αγαπώ τις καμπύλες μου. Είναι ανθρώπινες και 100% γυναικείες»

Κέιτ Γουίνσλετ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ζελένσκι: «Η Ρωσία προσπαθεί να δημιουργήσει την εντύπωση εκεχειρίας»
«Σε ορισμένα μέρη δεν εγκαταλείπει μεμονωμένες προσπάθειες να προωθηθεί και να επιφέρει απώλειες στην Ουκρανία» ανέφερε
Ζελένσκι: «Η Ρωσία προσπαθεί να δημιουργήσει την εντύπωση εκεχειρίας»