Γράφει ο Παναγιώτης Σκουρής*
Τη βδομάδα που μας πέρασε και ειδικότερα στις 11 Δεκεμβρίου, το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέδωσε ένα δελτίο τύπου, το οποίο ανακοινώνει το αποτέλεσμα μιας πολύ σημαντικής δίκης. Αυτής, με την οποία η Ολομέλεια αποφαίνεται οριστικά σε σχέση με τη συνταγματικότητα των διατάξεων του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού, ΝΟΚ, όπως έχουμε φτάσει, να τον αποκαλούμε οι λεγόμενοι επαΐοντες του χώρου και του κλάδου.
Μία δίκη που, όπως λέχθηκε κατά τη συνεδρίαση της Ολομέλειας, αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες, αν όχι τη σημαντικότερη περιβαλλοντική δίκη των τελευταίων σαράντα χρόνων. Μην ξεχνάμε άλλωστε, ότι το θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος έχει δώσει μία πλούσια, ενδιαφέρουσα και πολλές φορές αμφιλεγόμενη νομολογία.
Συμμετείχα στη δίκη αυτή υποστηρίζοντας έναν κατασκευαστή, ο οποίος εμπιστεύτηκε ένα νόμο που έχει θεσπιστεί εδώ και δώδεκα χρόνια και βάσει του οποίου έχει ανεγερθεί σημαντικός αριθμός κτιρίων.
Ένας νόμος, ο οποίος με καθαρά περιβαλλοντικά κριτήρια δίνει δυνατότητα αύξησης του όγκου και ύψους ενός κτιρίου.
Ένας νόμος, ο οποίος, αφού λειτούργησε και παρήγαγε αποτελέσματα για δέκα και πλέον χρόνια και εύλογα δημιούργησε εμπιστοσύνη στον κλάδο της κατασκευής και της ανάπτυξης ακινήτων εν γένει, προκάλεσε αντίδραση από διάφορους παράγοντες και κυρίως δήμους και ήχθη τελικά στο δικαστήριο.
Δεν έχει νόημα να μπούμε εδώ στη συζήτηση για το ποιος έχει δίκιο ή άδικο. Η ανάπτυξη πάσης φύσεως και η ανάγκη της στάθμισής της ως προς την προστασία του περιβάλλοντος, ώστε να είναι αυτό που λέμε βιώσιμη, είναι συζήτηση παλιά, όσο και τρωικός πόλεμος. Με πολλές διαφωνίες φυσικά, ανάλογα με καθαρά υποκειμενικά στοιχεία, συμφέροντα και απόψεις.
Σε σχέση με τη δίκη αυτή είχαμε μια σειρά από ιδιαίτερα ενδιαφέροντα στοιχεία. Εδώ θα αναφερθούμε σε δύο από αυτά.
Το πρώτο είναι, ότι λόγω του αριθμού των παραγόντων της, ζητήθηκε από τους νομικούς παραστάτες των διαδίκων να περιορίσουν τις αγορεύσεις στο χρόνο των έξι λεπτών. Δύσκολη αποστολή για το συνάφι μας, το οποίο είναι γνωστό, ότι αρέσκεται να μιλάει αρκετά και εκτενώς. Με ένα άγχος, ότι κάτι κάθε φορά πολύ σημαντικό λησμονήθηκε και ίσως η συνέπεια αυτού να είναι μοιραία.
Η απαίτηση αυτή τηρήθηκε με πειθαρχία και ως εκ τούτου είχαμε μία διαδικασία που ολοκληρώθηκε εντός λογικών χρονικών πλαισίων και χωρίς να καταρρεύσουμε. Τα σημαντικά και απαραίτητα ειπώθηκαν σίγουρα.
Το δεύτερο είναι ο τρόπος, με τον οποίο μαθαίνουμε την έκβαση της δίκης. Η ανακοίνωση αποτελέσματος δίκης ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ με τον τρόπο αυτό προβλέπεται από το νόμο. Στην προκειμένη περίπτωση, όπου ένας σημαντικός αριθμός ενδιαφερομένων ανέμεναν την έκβασή της, η επιλογή αυτή μάλλον φαίνεται ορθή.
Οπωσδήποτε, για να μπορέσει κανείς να τοποθετηθεί επί δικαστικής απόφασης θα πρέπει να τη δει στο σύνολό της και -το κυριότερο- να γνωρίζει την αιτιολογία της. Η γνώση της έκβασης δεν επαρκεί για πολλούς λόγους.
Ειδικά σε σχέση με τη συγκεκριμένη απόφαση, θα πρέπει να αναφέρουμε, ότι το αντικείμενο ελέγχου είναι η συμφωνία ορισμένων διατάξεων του ΝΟΚ με το Σύνταγμα. Η κρίση αυτή θα επηρεάσει και άλλες εκκρεμείς δίκες, όπου τίθεται το ίδιο ζήτημα. Προφανώς τα όσα αναφέρονται στην απόφαση της Ολομέλειας θα επηρεάσουν και αυτές.
Έστω και αν ξέρουμε πλέον την έκβαση και μπορούμε να βγάλουμε ορισμένα συμπεράσματα, πρέπει να αναμείνουμε τη δημοσίευση της απόφασης εν συνόλω, για να ξέρουμε ακριβώς τί έχει συμβεί.
Το σίγουρο είναι, ότι επί της αρχής οι κρίσιμες διατάξεις έχουν κριθεί αντίθετες με το Σύνταγμα συνολικά. Άρα σίγουρα δε θα τύχουν καμίας περαιτέρω εφαρμογής από εδώ και πέρα.
Κρατώντας ωστόσο μια ισορροπία το Συμβούλιο της Επικρατείας, αναφερόμενο και στην αρχή της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, έκρινε, ότι τα αποτελέσματα της αντισυνταγματικότητας δε θα πρέπει, να καταλάβουν τις οικοδομικές άδειες, των οποίων η υλοποίηση, η εκτέλεση δηλαδή οικοδομικών εργασιών, έχει αρχίσει.
Επίσης γίνεται μνεία, ότι ο περιορισμός αυτός της αντισυνταγματικότητας δεν καταλαμβάνει τις εκκρεμείς δίκες.
Οι δύο τελευταίες αναφορές δημιουργούν ερωτηματικά.
Ειδικότερα σε σχέση με το πρώτο ζήτημα αναρωτιέται κανείς:
- Τί ακριβώς περιλαμβάνουν οι οικοδομικές εργασίες, η υλοποίηση των οποίων «σώζει» ορισμένες άδειες κατά τα φαινόμενα; Αυτό κάπως το καλύπτει ο νόμος, ο οποίος ορίζει την έννοια της οικοδομικής εργασίας και το τί αυτή περιλαμβάνει.
- Υπάρχει κάποιου είδους άδικη μεταχείριση του κατασκευαστή που αποφάσισε να μην εκκινήσει την κατασκευή λόγω του ανακύψαντος ζητήματος περί αντισυνταγματικότητας, σε σχέση με εκείνον που αποδεδειγμένα έχει εκτελέσει οικοδομικές εργασίες, δεδομένου, ότι η άδεια του δεύτερου φαίνεται, να διασώζεται;
Το ζήτημα των εκκρεμών δικών επίσης δημιουργεί έναν προβληματισμό και έχει οδηγήσει σε έκφραση διάφορων απόψεων, αν και κατά πάσα πιθανότητα σημαίνει, ότι στις εκκρεμείς δίκες, τα δικαστήρια που θα τις δικάσουν θα πρέπει να κρίνουν επί του ζητήματος. Η κρίση της Ολομέλειας προφανώς όμως καθοδηγεί και αυτούς τους δικαστές.
Οψόμεθα, λοιπόν…
*Ο Παναγιώτης Σκουρής είναι δικηγόρος, διδάκτωρ νομικής του πανεπιστημίου Regensburg και συνιδρυτής του δικηγορικού γραφείου AnP Legal Praxis (www.anplegal.gr).