Του Γιώργου Καλλίνη
Μπαίνοντας βαθιά μέσα στην προεκλογική περίοδο, τα (πολιτικά) αίματα έχουν ανάψει για τα καλά. Στο κυβερνητικό στρατόπεδο, ο πρωθυπουργός μοιράζει λεφτά, σύμφωνα με το «Σαμαρά δώστα όλα» στους φτωχούς και περιμένει να αποκομίσει τα κέρδη της φιλόπτωχης δράσης του. Ο Βενιζέλος, από την άλλη, κάθεται στην άκρη και γκρινιάζει γιατί δεν παίρνει μέρος στο ίδιο επικοινωνιακό παιχνίδι. Γίναμε συνιστώσα της ΝΔ. Από όλα τα προβλήματα των πολιτών, νομίζω ναι, αυτό είναι πολύ ψηλά στη λίστα. Καλώς ήρθατε, όσοι γενναίοι έχετε ακόμη κουράγιο να παρακολουθείτε τα πολιτικά τερτίπια, στη κλασσική ελληνική προεκλογική περίοδο.
Το θετικό στην Ελλάδα είναι ότι ο κόσμος ξεχνάει εύκολα. Είναι και άγιες μέρες, θα έρθει η νηστεία, οι αργίες, το αρνάκι -κυρίως το κρασάκι- και ξεχάστηκε ο Μπαλτάκος. Μένει στην επιφάνεια το μότο «βγήκαμε στις αγορές» και κάνα δύο ποδοσφαιριστές στο ευρωψηφοδέλτιο και η συζήτηση αλλάζει αμέσως. Στα ψιλά πέρασε το γεγονός ότι ξαναρχίσαμε να δανειζόμαστε με υψηλά επιτόκια, παρότι οι δόσεις των μνημονίων υποτίθεται ότι θα μας κάλυπταν τις ανάγκες, συνεχίζουμε να διογκώνουμε το χρέος, ενώ ταυτόχρονα δεν γνωρίζουμε και που θα καταλήξουν αυτά τα λεφτά. Για άλλη μια φορά οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης, έθεσαν στο περιθώριο την ουσιαστική συζήτηση για την οικονομική πορεία της χώρας.
Στα φάλτσα της άλλης πλευράς, ο ΣΥΡΙΖΑ κάθε φορά που κάθεται να συζητήσει με τον εαυτό του, βγαίνουν προς τα έξω οι σοβαρές εσωκομματικές διαφωνίες. Οι οποίες, ενώ καλά κάνουν και υπάρχουν, δυστυχώς στα μέρη μας δεν έχουμε συνηθίσει να υπάρχουν τόσο μεγάλες αποκλίσεις στις απόψεις μέσα σε ένα κόμμα. Φυσικά, το πιο σημαντικό είναι εάν οι ίδιοι μέσα στο κόμμα μπορούν να διαχειριστούν τόσο διαφορετικές τοποθετήσεις, ένα διαχρονικό πρόβλημα των αριστερών κομμάτων. Πάντως, από ό,τι φαίνεται από τις αντιδράσεις για τις επιλογές στο ευρωψηφοδέλτιο, δεν υπάρχει μεγάλη ανοχή.
Προεκλογικά λοιπόν, παρότι ο Α. Τσίπρας πηγαίνει από ομιλία σε ομιλία και μάλιστα φαίνεται να έχει απήχηση, το κόμμα δίνει την εντύπωση ότι ακροβατεί πάνω από ένα ριζοσπαστικό σχέδιο ρήξης με τους δανειστές και μια πιο μετριοπαθή κεντροαριστερή προοπτική διακυβέρνησης της χώρας. Αυτό φαίνεται ότι κρατάει πίσω τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ως αντιπολίτευση μπορεί να έχει μόνο ένα όπλο: τη καθαρή εναλλακτική πολιτικο-οικονομική θέση. Δηλαδή, ενώ η κυβέρνηση μπορεί να εκμεταλλεύεται αυτά που κάνει, η αντιπολίτευση πρέπει να πείσει για αυτά που θα κάνει. Μένει να δούμε αν –με άρμα τις ευρωεκλογές- ο ΣΥΡΙΖΑ θα πείσει τους πολίτες.
Εκτός από κυβέρνηση και αντιπολίτευση, το νέο στοιχείο στο πάζλ είναι το Ποτάμι του Σ. Θεοδωράκη. Οι δημοσκοπικές του επιδόσεις ποικίλουν από 5% έως 15% και ο ίδιος ο Θεοδωράκης ισχυρίζεται στις πρώτες του συνεντεύξεις ότι θα είναι το τρίτο κόμμα στις ευρωεκλογές. Μια σύνοψη των δημοσκοπήσεων φανερώνει ότι τελικά δεν κόβει πολύ ούτε από τη ΝΔ, ούτε από τον ΣΥΡΙΖΑ. Περισσότερο τους αναποφάσιστους φαίνεται να κερδίζει, οι οποίοι είτε γοητεύονται από τη φρεσκάδα και τη συναισθηματικότητα του λόγου του Ποταμιού, είτε απογοητεύονται πάρα πολύ από όλους τους υπόλοιπους. Είναι φανερό πάντως ότι σε σύγκριση με τις υπόλοιπες νέες προσπάθειες πολιτικών κομμάτων, το Ποτάμι λόγω μεγάλης προβολής και καλής προώθησης από τους ίδιους μέσω του διαδικτύου, έχει έως τώρα τη μεγαλύτερη απήχηση. Το μεγάλο τους ατού είναι ότι αποφεύγουν τις τοποθετήσεις στο πολιτικό φάσμα, αλλά αργά ή γρήγορα θα χρειαστεί να αποκαλύψουν με ποιους θέλουν να συνεργαστούν, αλλά κυρίως με ποιους μπορούν.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι πάντα θα πετάγεται από κάπου ο Θ. Πάγκαλος, να ισοπεδώνει και να κριτικάρει τα πάντα, ως η απαραίτητη νότα αθυροστομίας που τόσο, μα τόσο, μας αρέσει. Καλό Πάσχα!