Μία από τις διάσημες εκφράσεις που μας έχουν κληροδοτήσει οι Ρωμαίοι είναι το scripta manent. Πρόκειται για μία παροιμία που έχει μείνει στην ιστορία ως «verba volant, scripta manent» (τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν).
Αν μη τί άλλο η έκφραση αυτή καταδεικνύει την αξία, αλλά και τη δεσμευτικότητα του γραπτού λόγου. Στο πέρας των χρόνων, το γραπτό κείμενο έχει περάσει από διάφορες διαστάσεις, έχει ακόμα και ιεροποιηθεί και λατρευτεί, αλλά ήταν πάντα μεγάλης σοβαρότητας.
Θα μου πείτε τώρα, τί θυμήθηκες τώρα και μας λες και εν πάση περιπτώσει, τί σημασία μπορεί να έχει αυτό σήμερα;
Εξηγούμαι λοιπόν.
Πολλές φορές, όταν κάποιος θέλει να δώσει έμφαση στην άποψή του, συχνά λέει «εγώ αυτό το έχω γράψει». Είναι ένας τρόπος, για να αποδείξει τη σταθερότητά της, αλλά και ενδεχομένως, για να ενισχύσει περισσότερο τη βαρύτητά της.
Την εποχή πάντως που καθιερώθηκε η αναφορά στην έγγραφη έκφραση άποψης, ήταν πραγματικά δύσκολο, να δημοσιεύσει κανείς κάτι δικό του και άρα ήταν σχεδόν αυτονόητο, ότι αυτό που είχε γραφεί, είχε παράλληλα και αρκετές πιθανότητες, να έχει διαβαστεί κιόλας. Επίσης, το να δημοσιεύεται κανείς απαιτούσε μία αναγνώριση, ένα κύρος, αλλά και μία αποδοχή. Με άλλα λόγια έπρεπε να πρόκειται για πρόσωπο, του οποίου οι απόψεις για μία σειρά από λόγους άξιζαν το μελάνι και το χαρτί που θα απαιτούνταν, για να του δοθεί το απαραίτητο βήμα.
Όλα αυτά τον καιρό που ο γραπτός λόγος αυτονοήτως πως συνδεόταν με τα συγκεκριμένα προϊόντα τουλάχιστον, τα οποία είχαν ένα αξιοσημείωτο κόστος.
Συγκλονιστική αλλαγή σε αυτό έφερε γενικότερα το διαδίκτυο, αλλά και ειδικότερα η επανάσταση των κοινωνικών δικτύων. Τα τελευταία λοιπόν, έδωσαν την ευκαιρία σε όποιον το επιθυμεί, να καταθέτει εγγράφως τις απόψεις του. Με απόλυτη δημοκρατία και χωρίς κανέναν έλεγχο και χωρίς, να απαιτείται τίποτα περισσότερο από ένα πληκτρολόγιο και μία σύνδεση στο διαδίκτυο. Πράγματα, τα οποία είναι κατά μείζονα λόγο προσιτά σε όλους μας. Δημοκρατικοποίηση και προσβασιμότητα του γραπτού λόγου σε όλους θα έλεγε κανείς.
Η δήλωση λοιπόν περί του ότι ένα πρόσωπο πιστεύει κάτι και το έχει καταθέσει και εγγράφως παρέμεινε και διευρύνθηκε ως προς την αναπαραγωγή της ακριβώς λόγω της δυνατότητας που παρασχέθηκε απλόχερα κατά τα ανωτέρω. Το «το έχω γράψει» ακούγεται πλέον τακτικότατα σε πολλές από τις κουβέντες, όπου και αν αυτές γίνονται.
Αυτό είναι κάτι που το παρατηρώ λοιπόν χρόνια και -δεν το κρύβω- πάντα μου έκανε εντύπωση. Θα εξηγήσω αμέσως πιο κάτω γιατί.
Αφορμή λοιπόν, να το ξαναθυμηθώ στάθηκε το πρόσφατο debate που διεξήχθη λόγω των επικείμενων εκλογών για νέο πρόεδρο στο Πα.Σο.Κ.-Κίνημα Αλλαγής. Στο πλαίσιο λοιπόν της ανταλλαγής απόψεων μεταξύ των υποψηφίων ακούσαμε αναφορές σε αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα, προκειμένου να αποδειχθεί, ότι μία άποψη που θεωρείται σημαντική και κρίσιμη σε σχέση με το επίδικο, έχει κατατεθεί εγγράφως. Άρα λοιπόν, εγώ αυτό το πιστεύω εδώ και καιρό και μπορώ με επίκληση έγγραφης πηγής, να το αποδείξω. Θα μπορούσε κανείς, να πει, ότι η αναφορά σε τέτοιου είδους αναρτήσεις στη σύγχρονη πολιτική ζωή έχουν επικρατήσει σχεδόν απόλυτα.
Σημαντική παράμετρος σε σχέση με το όλο αυτό ζήτημα είναι, ότι το γραπτό δεν αρκεί απλά να γραφτεί, πρέπει και κάποιος, να το διαβάσει. Επίσης, το γεγονός, ότι η δημοσίευση ενός γραπτού κειμένου επαγόταν και μία βάσανο, του έδινε μία πρόσθετη αξία. Το πρόσωπο που εξέφρασε τη συγκεκριμένη άποψη παιδεύτηκε και χρειάστηκε, να αποδείξει, ότι αυτό που έχει, να πει αξίζει έστω κάτι.
Αυτά τα στοιχεία απουσιάζουν πλήρως στα κοινωνικά δίκτυα. Η πλατφόρμα είναι εκεί και έτοιμη να υποδεχτεί οτιδήποτε θέλει κάποιος, να γράψει. Επίσης, το ότι γίνεται μία ανάρτηση δε σημαίνει αυτονοήτως πως, ότι θα έχει και αναγνώστες. Επομένως, η απάντηση στο «το έχω γράψει» μπορεί, να είναι «καλά, και ποιος το διάβασε;».
Γεγονός πάντως είναι -και αυτή είναι μία από τις θετικές πλευρές της εξέλιξης αυτής- ότι ο ηλεκτρονικός τρόπος γραφής έχει δώσει μία ανάταση το γραπτό λόγο αντικειμενικά. Σε μία εποχή που κάπως είχε αρχίσει να παρακμάζει. Εδώ και καιρό όμως έχει αναπτυχθεί σοβαρά, έστω και αν όχι στο υψηλότερο επίπεδο.
Από την άλλη, όταν πολιτικά πρόσωπα, τα οποία σχεδόν εξ ορισμού έχουν πρόσβαση και βήμα στον έντυπο λόγο, φτάνουν, να μνημονεύουν αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα και σχεδόν, να τις θεοποιούν, πρέπει, να προβληματιστούμε σε σχέση με το αν η επίκληση αυτού του γραπτού λόγου πρέπει, να είναι σε πρώτη ζήτηση.
Κλείνοντας πάντως θα ήθελα να υπενθυμίσω, ότι ο μεγαλύτερος φιλόσοφος που πέρασε από τη γη, δεν άφησε πίσω του ούτε μια σελίδα γραμμένη.
*Ο Παναγιώτης Σκουρής είναι δικηγόρος, διδάκτωρ νομικής του πανεπιστημίου Regensburg και συνιδρυτής του δικηγορικού γραφείου AnP Legal Praxis (www.anplegal.gr).