Στα σχεδόν εννέα χρόνια του πολέμου σκοτώθηκαν 4.500 αμερικανοί στρατιώτες και τραυματίστηκαν 30.000, ενώ το αμερικάνικο κράτος ξόδεψε 1 τρισ. δολάρια.
«Αυτό που θα γινόταν η μεγαλύτερη επίδειξη δύναμης, μετατράπηκε στο πιο πολυδάπανο μπούμερανγκ της ιστορίας»
Του ΤΑΣΟΥ ΘΩΜΑ
Μια μικρή ορχήστρα έπαιζε καθώς αμερικάνοι στρατιώτες υπέστειλαν την αστερόεσσα μπροστά σε εκατοντάδες σιωπηλά στρατεύματα. Σε έναν πρόχειρο χώρο παρέλασης σε μια γωνία του αεροδρομίου της Βαγδάτης ο πόλεμος στο Ιράκ τελείωσε. Παραπάνω από 8 χρόνια και 8 μήνες μετά το ξεκίνημα της επέμβασης δεν υπήρχε ούτε σοκ, ούτε δέος. Στις ΗΠΑ, ο Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα προσπαθούσε να πείσει τους αμερικανούς ότι ο πόλεμος «ήταν επιτυχία», τονίζοντας πως εντός του 2011 οι υπόλοιποι 4.000 στρατιώτες θα έχουν γυρίσει στην Αμερική, (καθώς διαφορετικά το ιρακινό κράτος δεν τους εγγυάται νομική ασυλία), κάτι που είχε υποσχεθεί και προεκλογικά. Στο Ιράκ, όμως, η υποτονική τελετή αποχώρησης έδινε το δικό της στίγμα.
Στην ειδική τελετή παρών ήταν και ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Λέον Πανέτα, ο οποίος μιλώντας σε στρατιώτες είπε ότι η επιχείρηση «άξιζε το κόστος σε αίμα και δολάρια». Ποιο ήταν αυτό το κόστος που άξιζε τον κόπο; Στα σχεδόν εννέα χρόνια του πολέμου σκοτώθηκαν 4.500 αμερικανοί στρατιώτες και τραυματίστηκαν 30.000. Το αμερικάνικο κράτος ξόδεψε 1 τρισ. δολάρια. Ο νομπελίστας ειρήνης Μπάρακ Ομπάμα, μιλώντας στην έδρα της 82ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας στο στρατόπεδο Μπραγκ στη Βόρεια Καρολίνα, ενστερνίστηκε την άποψη του Λ. Πανέτα. Οι δυο άνδρες φρόντισαν να αποσιωπήσουν την άλλη πλευρά, μην κάνοντας ούτε μια αναφορά στους θανάτους των ιρακινών.
Το βαρύ κόστος σε ιρακινές ζωές είναι αμφιλεγόμενο, καθώς οι μετρήσεις εμφανίζουν μεγάλες αποκλίσεις. Να επισημάνουμε πως το συνηθισμένο νούμερο στα ελληνικά ΜΜΕ, περίπου στις 100.000 άνθρωποι, είναι από τα πλέον χαμηλότερα που φιλοξενούνται στον διεθνή Τύπο. Πάντως είναι ευρέως αποδεκτό πως εκατοντάδες χιλιάδες ιρακινοί έχασαν τη ζωή τους, ενώ εκατομμύρια βρέθηκαν δίχως σπίτι και τρόφιμα.
«Αυτό που θα γινόταν η μεγαλύτερη επίδειξη δύναμης, μετατράπηκε στο πιο πολυδάπανο μπούμερανγκ της ιστορίας», έγραψε ο Τζορτζ Γκάλογουεϊ της Γκάρντιαν σχολιάζοντας την αποχώρηση «των Γιάνκηδων». «Κωδωνοκρουσία θανάτου της αμερικάνικης αυτοκρατορίας» αποκάλεσε ο ίδιος την αποχώρηση από το Ιράκ επισημαίνοντας πως κανένας βρετανός ή αμερικάνος πολίτης δεν πιστεύει κουβέντα από τα λόγια των πολιτικών τους. «Αυτή η πρωτοφανής αλλαγή δεν είναι αποκλειστικά αποτέλεσμα του πολέμου στο Ιράκ, αλλά κινήθηκε σε τροχιά υψηλών ταχυτήτων μετά τον πόλεμο και την στρατιωτικοποιημένη ψευδολογία που άνοιξε το δρόμο σε αυτό. Στην Αμερική αυτή η δυσφορία έχει τροφοδοτήσει τόσο το φαινόμενο του Κόμματος του Τσαγιού όσο και το κίνημα της Κατάληψης, ακόμη και αν σπάνια λένε τη λέξη Ιράκ». Σε πρόσφατη δημοσκόπηση, το 75% των Αμερικανών πολιτών τάχθηκε υπέρ της αποχώρησης των στρατιωτών από το Ιράκ.
Πέραν από τη γεωπολιτική αξία ενός ακόμη πολέμου που πραγματοποιήθηκε για το πετρέλαιο και την «ασφάλεια» του Ισραήλ, ο Τ. Γκάλογουεϊ μας λέει πως ο πόλεμος αυτός έγινε ώστε η Αμερική να τρομάξει τον κόσμο (και ειδικά την Κίνα). Το μπούμερανγκ, λοιπόν, επέστρεψε στο Λευκό Οίκο και όπως επισημαίνει ο Κρις ΜακΓκριλ από την Ουάσινγκτον, ο πόλεμος ενίσχυσε την επιρροή του Ιράν, ενέτεινε την εχθρότητα προς τις ΗΠΑ και ουσιαστικά τροφοδότησε την τρομοκρατία αποδεικνύοντας παράλληλα τις αδυναμίες του αμερικάνικου στρατού.
Καθώς ετοιμάζονταν να φύγουν οι αμερικάνοι στρατηγοί, το πρακτορείο Ρόιτερ κάλυπτε τις διαμαρτυρίες των κατοίκων της Φαλούτζα, οι οποίοι βγήκαν στους δρόμους και έκαψαν αμερικανικές σημαίες.
«Μας είπαν ότι όταν έρθουν στο Ιράκ θα φέρουν ασφάλεια, σταθερότητα και θα οικοδομήσουν τη χώρα μας» δήλωσε ο Αχμέντ Αϊέντ, αγρότης. «Τώρα φεύγουν, αφήνοντας πίσω τους θανάτους, συντρίμμια και χάος» κατέληξε.
Το τίμημα της «δημοκρατίας»
Βλέποντας τα τανκ να πλησιάζουν και τα όπλα να μαίνονται ο Αχμεντ Ρασίντ, ανταποκριτής του Ρόιτερ στην Βαγδάτη, εξηγεί πως πρωτοαντιλήφθηκε το τίμημα θα πλήρωνε η χώρα του για την δημοκρατία. «Τρεις μέρες μετά την επίθεση των αμερικάνικων τανκ στην Βαγδάτη τον Απρίλιο του 2003, είχα την πρώτη μου συνάντηση με έναν αμερικάνο πεζοναύτη. Άνοιξα την πόρτα μου και τον βρήκα σκυμμένο στο δρόμο έχοντας στα χέρια του ένα έτοιμο για δράση οπλοπολυβόλο (..) Δεν μπορούσα να δω τα μάτια του μα έμοιαζε νευρικός. Τον ρώτησαν αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Με κοίταξε και είπε: ‘Κύριε, είμαστε εδώ για να σας προστατέψουμε. Είμαστε εδώ για να σας απελευθερώσουμε από το καθεστώς του Σαντάμ και να σας φέρουμε δημοκρατικές εκλογές για να αποφασίσετε μόνοι σας τον επόμενο πρόεδρο σας’».