Συνέντευξη στην Λεμονιά Βασβάνη
Η Χούλια, μητέρα ενός γιου που ζει στη Σουηδία, εργάζεται ως γηροκόμος της Τερέζας, μιας ηλικιωμένης γυναίκας που σταδιακά χάνει τη μνήμη της. Και οι δύο λαχταρούν την επαφή με τους γιους τους, βρίσκοντας ακόμα και σε ένα τηλεφώνημα μια μικρή ανάσα χαράς.
Αυτά συμβαίνουν στο έργο «Τηλεφώνησε ο γιος σου» που ανεβαίνει στην Θεσσαλονίκη στο Sureal Art Space (Χριστοπούλου 12 ανάμεσα Ιασωνίδου & Φιλίππου) για τρεις παραστάσεις 9,10 και 11 Μαΐου.
Ένα κείμενο των Ιγνάθιο δελ Μοράλ και Μαργαρίτα Σάντσεθ, σε Σκηνοθεσία/ δραματουργία Μαριτίνας Πάσσαρη, που με χιούμορ, τρυφερότητα και βαθιά ευαισθησία, φωτίζει την εγκατάλειψη των ηλικιωμένων και τη μοναξιά των φροντιστών, εναλλάσσοντας θλίψη και γέλιο. «Προσπάθησα να συγκεντρωθώ περισσότερο στην σχέση που δημιουργείται ανάμεσα σε δύο εκ διαμέτρου αντίθετα πρόσωπα (η μια μιλάει πολύ η άλλη σχεδόν καθόλου) με μια κοινή έλλειψη», ανέφερε η κυρία Πάσσαρη. Και απαντώντας σε ερώτησή μας για την τέχνη σημείωσε πως «μας ξαλαφρώνει στα δύσκολα, προκαλώντας γέλιο, συγκίνηση, κλάμα. Μας ανοίγει ένα άλλο πεδίο σκέψης».

-Πώς επιλέξατε αυτό το κείμενο;
-Μια σειρά από αρνήσεις αποκάλυψαν μια βαθύτερη επιθυμία μου να ασχοληθώ με αυτό το έργο. Το γνώριζα καιρό αλλά δεν του είχα δώσει σημασία. Λόγω θεματολογίας. Κι επειδή ήταν μονόλογος. Δεν μου αρέσουν πολύ οι μονόλογοι στο θέατρο. Προτιμώ την αλληλεπίδραση των ηθοποιών στη σκηνή. Θυμάμαι πέρυσι όταν σκηνοθέτησα για πρώτη φορά μονόλογο, το Α.Κ.Α. με τον Μιχάλη Πανάδη, μια δημοσιογράφος στο ραδιόφωνο με ρώτησε πού χρειάζεται ο σκηνοθέτης. Θύμωσα λίγο γιατί είχα προσπαθήσει να δώσω κάτι πέρα από την ερμηνεία του έτσι κι αλλιώς πολύ καλού ηθοποιού. Μάλλον ο θυμός μου οφειλόταν σε δικές μου αμφιβολίες. Είναι εφικτό να εφαρμόσεις μια σκηνοθετική ιδέα σε μονόλογο όταν έχεις περιορισμένα μέσα ή βρίσκεσαι εκεί μόνο και μόνο για να βοηθάς στην πρόβα και να “κρατάς τα λόγια” στον ηθοποιό; Μήπως τελικά η παρουσία του σκηνοθέτη είναι εμπόδιο στην απόδοση του ηθοποιού που θα βρεθεί μόνος στη σκηνή;
Το καλοκαίρι όταν το Α.Κ.Α. είχε ολοκληρώσει τον κύκλο του αρκετά επιτυχημένα, η φίλη και συνεργάτης ηθοποιός Μαριλένα Μακρή έψαχνε έργα που να έχουν ρόλους ώριμων γυναικών. Ανακάλυψε το Τηλεφώνησε ο γιος σου, της το έδωσα να το διαβάσει και ενθουσιάστηκε. Κυρίως με το θέμα του. Με έπεισε ότι άξιζε τον κόπο να ασχοληθούμε. Κι επειδή θέλαμε να ξανασυνεργαστούμε, δημιουργήθηκε σιγά σιγά η ιδέα να μετατρέψουμε το έργο από μονόλογο σε έργο που περιγράφει τη σχέση δυο προσώπων με την ίδια σκηνική βαρύτητα.
-Το έργο αναφέρεται στην τρίτη ηλικία. Πώς προσεγγίζει το ευαίσθητο θέμα της μοναξιάς και των γηρατειών;
-Νομίζω ότι το να λέμε ότι αναφέρεται μόνο στην τρίτη ηλικία το περιορίζει. Καθώς δούλευα το κείμενο (γιατί υπήρξε μια μεγάλη περίοδος που ασχολήθηκα με τη διασκευή) και μετά σκηνοθετώντας και παίζοντας, προσπάθησα να συγκεντρωθώ περισσότερο στην σχέση που δημιουργείται ανάμεσα σε δύο εκ διαμέτρου αντίθετα πρόσωπα (η μια μιλάει πολύ η άλλη σχεδόν καθόλου) με μια κοινή έλλειψη. Για μένα οι δύο ηρωίδες μοιάζουν να προέρχονται από ένα γυναικείο και πιο ταπεινό “μπεκετικό” κόσμο. Τα θέματα που θίγονται έχουν να κάνουν με την ίδια την ύπαρξη. Με την ανθρώπινη φύση. Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι οι “Ευτυχισμένες μέρες” ή το “Τέλος του παιχνιδιού” μιλάνε μόνο για τα γηρατειά;
-Και οι δύο γυναίκες έχουν προβλήματα με τους γιούς τους. Ωστόσο έστω και ένα τηλεφώνημα από εκείνους είναι για αυτές μια ανάσα. Γιατί δυσκολεύει η επικοινωνία με τους γονείς όσο μεγαλώνουν τα παιδιά τους;
-Πιστεύω ότι κάθε σχέση γονιού και παιδιών είναι μια διαφορετική περίπτωση. Δεν δυσκολεύει πάντα η επικοινωνία με το πέρασμα του χρόνου. Ίσα ίσα πολλές φορές καθώς οι γονείς γερνούν και τα παιδιά ωριμάζουν, βρίσκουν τον τρόπο να συνεννοηθούν καλύτερα. Σε μια από τις συζητήσεις που κάναμε μετά την παράσταση στην Αθήνα (σκοπεύουμε να κάνουμε και στη Θεσσαλονίκη) ειπώθηκε ότι στο τέλος υπάρχουν πολλές ανακουφιστικές ανακατατάξεις στις σχέσεις. Υπάρχουν συμφιλιώσεις, αποδοχές, εξομολογήσεις. Στη δική μας περίπτωση, στο έργο δηλαδή, η επικοινωνία ίσως έχει δυσκολέψει για διαφορετικούς λόγους στην κάθε γυναίκα. Για παράδειγμα, φαντάζομαι ότι ο γιος της γυναίκας που χάνει τη μνήμη της ίσως έχει υπάρξει πολύ προσκολλημένος στη μητέρα του και για αυτό ακριβώς δεν μπορεί να διαχειριστεί το γεγονός ότι εκείνη δεν είναι πια το στήριγμά του. Στην άλλη γυναίκα που χαίρει άκρας υγείας, ίσως ο γιος ήταν προσκολλημένος στον πατέρα του και από τη στιγμή που εκείνος έφυγε από τη ζωή, θέλει και ο ίδιος να φύγει όσο γίνεται πιο μακριά από τη μητέρα του. Μπορεί να τη θεωρεί υπεύθυνη για αυτό τον πρόωρο θάνατο ή να φοβάται ότι θα του απορροφήσει τη ζωτικότητα. Φυσικά καθένας από το κοινό μπορεί να σκεφτεί διαφορετικά, να αναγνωρίσει δικές του προσωπικές εμπειρίες. Αυτό είναι το ωραίο στο θέατρο, όπως λέει και η Τζούλια, το πρόσωπο που υποδύομαι αλλά το λέει και ο Κασσαβέτης, “καθένας από μας κάθε φορά βλέπει διαφορετική ταινία”, στην τέχνη καθένας από μας, από το κοινό, φτιάχνει ένα δικό του έργο. Πάντως τα ζητήματα αυτά είναι πολύπλοκα και δεν υπακούν σε γενικεύσεις. Πιστεύω ότι η σκληρότητα εκτός από ακραίες περιπτώσεις, κρύβει κάποιο τραύμα, μυστικό, προσωπική αδυναμία...
-Στο έργο η τέχνη αποτελεί μια διαφυγή από την πραγματικότητα. Ένα ευχάριστο ταξίδι. Πόσο βοηθά τις ηρωίδες; Και πόσο βοηθά εν γένει η τέχνη σε δύσκολες στιγμές;
-Η ηρωίδα, η Τζούλια, που υποδύομαι, έχει μανία με το σινεμά. Πρόκειται για ένα πρόσωπο με φαντασία και κοφτερό μυαλό, χωρίς μόρφωση, που δεν βρήκε τον τρόπο να αναπτύξει τις ικανότητές της. Ταυτίζεται τόσο πολύ με τις ηρωίδες των ταινιών που δημιουργεί δικά της σενάρια για όσα ακολουθούν μετά το τέλος του φιλμ. Η μοναδική της διασκέδαση είναι το σινεμά και το ραδιόφωνο, όχι μόνο για τη μουσική αλλά και για τις προσωπικές ιστορίες που ακούει σε εκπομπές. Η φαντασία, η πραγματικότητα, το όνειρο η τέχνη δεν έχουν σαφή όρια για την Τζούλια. Μόνο έτσι μπορεί να ανταπεξέλθει σε αυτή τη δύσκολη ζωή. Την αγαπώ και την καταλαβαίνω. Έχω κι εγώ μεγάλη αγάπη για το σινεμά και το ραδιόφωνο, έχω εργαστεί και στα δυο. Η τέχνη μοιάζει να μη χρειάζεται όταν όλα πάνε καλά. Και όμως πώς θα ήταν η ζωή μας χωρίς μουσική, σινεμά, βιβλία, θέατρο, ζωγραφική, χωρίς ιστορίες, ποίηση; Η τέχνη μας ξαλαφρώνει στα δύσκολα, προκαλώντας γέλιο, συγκίνηση, κλάμα. Μας ανοίγει ένα άλλο πεδίο σκέψης. Μας βοηθάει να συνειδητοποιήσουμε ότι και κάποιος άλλος βρέθηκε κάποτε εκεί που είμαστε εμείς.
-Το χάσμα γενεών διαφοροποιείται όσο περνούν τα χρόνια; Πχ πλέον που είμαστε στην ψηφιακή εποχή, υπάρχουν ακόμη γενιές που δεν έχουν εξοικειωθεί με αυτές… Αλλάζουν τα θέματα που μπορεί να τα προσεγγίζουμε διαφορετικά;
-Πολύ λίγοι είναι πια τελείως άσχετοι με την τεχνολογία. Οι συσκευές απλοποιούνται και είναι υποχρεωτικό να έχεις κινητό… Άρα είσαι αναγκαστικά συνδεδεμένος. Αυτό που έχει αλλάξει είναι η ποιότητα τη επικοινωνίας (εδώ ανοίγει ένα ολόκληρο κεφάλαιο, πόσο κοντά είναι κάποιος με τον άλλον μέσα από μια βοντεοκλήση;, πώς αυτό μπορεί να αντικαταστήσει την πραγματική επαφή; το άγγιγμα; κλπ), η ταχύτητα της εναλλαγής στα θέματα της επικαιρότητας και αυτό που ίσως δεν του δίνουμε τόση σημασία, η αίσθηση του χρόνου. Δεν υπάρχει πια κενός χρόνος. Μπορείς να “σκρολάρεις” συνέχεια και ακόμα και αν βαριέσαι ή κουράζεσαι ο χρόνος μοιάζει σαν να πετάει. Εκτός όλων των άλλων που όλοι αναφέρουν (την ανθρώπινη παρουσία, την εγγύτητα κλπ) μια παράσταση στο θέατρο αλλάζει και την αίσθηση του χρόνου. Του ξαναδίνει όρια, βαρύτητα, αξία…
-Πέρα από την σκηνοθεσία, παίζετε στην σκηνή. Πώς λειτούργησε αυτό στην προσέγγιση του ρόλου;
-Το κλειδί βρίσκεται στον τρόπο δουλειάς. Με τη Μαριλένα Μακρή είμαστε φίλες, έχουμε συνεργαστεί ξανά και εμπιστευόμαστε η μία την άλλη. Μετά είναι όλοι οι άλλοι συνεργάτες της παράστασης, η Αλίκη Καζουρη στην κίνηση, ο Στάθης Ιωάννου στην ηχητική μπάντα, η Ζωή Μολυβδά Φαμέλη στο σκηνικό και τα φώτα, η Λένα Μπαμπασάκη που είναι παραπάνω από βοηθός σκηνοθέτη, η Έφη Ψυχογιού που είναι πιο πολύ από βοηθός παραγωγής, η Χριστίνα Φυλακτοπούλου και ο Άγγελος Παππάς στη φωτογράφιση, ο Παύλος Πάσσαρης στην αφίσα και πολλοί άλλοι. Όλοι αυτοί βοήθησαν στη δημιουργία της παράστασης και φυσικά στη σύλληψη και στην εκτέλεση και των δύο ρόλων. Τώρα πια βοηθούν πολύ και οι φωτογραφίες και τα βίντεο από τις πρόβες. Βλέπω τον εαυτό μου περισσότερο ως ηθοποιό που έχει και μια μεγαλύτερη ευθύνη στη δραματουργία, στην οργάνωση και την τελική εικόνα της παράστασης, και λιγότερο ως σκηνοθέτη που παίζει συγχρόνως ένα ρόλο. Απολαμβάνω ακόμα πολύ τη συμμετοχή μου σε αυτό το έργο, επειδή δουλέψαμε όλοι μαζί αρμονικά σαν ομάδα. Και το Θέατρο Μικρός Κεραμεικός μας υποστήριξε. Ελπίζουμε ότι και τώρα που η παράστασή μας θα φύγει από τη βάση της, η δουλειά μας να βρει αντίστοιχη θέση στα άλλα θέατρα της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας. Ανυπομονούμε. Ειδικά εγώ που έχω να δείξω θεατρική δουλειά στη Θεσσαλονίκη εδώ και είκοσι χρόνια.
Χρήσιμα
Διάρκεια 80 λεπτά, Είσοδος: Κανονικό: 15€, Μειωμένο: 12€ ανέργων, φοιτητικό, Αμεα.Προπώληση: ticketservices.gr.