Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Γιάννης Σοφολόγης: «Ο έρωτας μάς κάνει θεούς και δαίμονες ταυτόχρονα»

Συνέντευξη με τον καλλιτέχνη για τη βραβευμένη παράσταση «Το Πεπρωμένο Ονομάζεται Κλοτίλδη» που ήρθε στην πόλη μας

Συνέντευξη στη ΛΕΜΟΝΙΑ ΒΑΣΒΑΝΗ

Η όμορφη, πλούσια και περιζήτητη νύφη Κλοτίλδη Τρολ και ο μεγάλος κληρονόμος Φιλιμάριο Ντυμπλέ θα μπλεχτούν στα πλοκάμια του έρωτα, όταν ο δεύτερος αντισταθεί στη γοητεία της πρώτης. Εκείνη θα του στήσει μια αθώα φάρσα, όμως σύντομα όλα θα ξεφύγουν από τον έλεγχο... Περισσότερα θα δείτε στη νικήτρια παράσταση του Scratch Night του Bob Theater Festival 2016, «Το Πεπρωμένο Ονομάζεται Κλοτίλδη» του Τζοβάνι Γκουαρέσκι, που παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία στο Bios στην Αθήνα τη φετινή σεζόν, και που από 17/4 παίζεται και στη Θεσσαλονίκη, στο Θέατρο Τ (Αλεξάνδρου Φλέμινγκ 16, τηλ. 2310-854333).

«Ο έρωτας μας κάνει θεούς και δαίμονες ταυτόχρονα. Δημιουργεί μια εθιστική αδρεναλίνη», τόνισε ο  Γιάννης Σοφολόγης απαντώντας στις ερωτήσεις μας. Ο ίδιος δούλεψε μαζί με την Αμαλία Καβάλη για τη θεατρική μεταφορά του έργου και για τη σκηνοθεσία. Οι δυο τους μοιράζονται και τη σκηνή παίζοντας τους περισσότερους ρόλους, ενώ σημαντική είναι και η παρουσία του μουσικού Gary Salomon. "Ο Gary πέραν από εξαιρετικός μουσικός αποδείχτηκε και φύσει θεατρικό ταλέντο η παρουσία του οποίου διαμόρφωσε ουσιαστικά ολόκληρη την παράσταση", ανέφερε ο κ. Σοφολόγης Και πρόσθεσε πως στην παράστασή τους ο μουσικός άλλοτε σχολιάζει ή υπογραμμίζει τη δράση, άλλοτε εντάσσεται σε αυτή. Για τη διασκευή του έργου ανέφερε ότι εστίασαν στην ερωτική ιστορία των δύο νέων, δύο ατόμων που "μπαίνουν σε μία τρελή ερωτική περιπέτεια, επειδή έχουν όλα τα υπόλοιπα ζητήματά τους τακτοποιημένα". Όσο για το αν ο ίδιος πιστεύει στο πεπρωμένο; Τονίζει πως μπορούμε να οδηγήσουμε καταστάσεις στην κατεύθυνση που επιθυμούμε. 

 

-Πιστεύετε στο πεπρωμένο;

-Πιστεύω στην προσωπική θέληση και στην τύχη. Είναι αλήθεια πως κάποιες φορές στη ζωή συμβαίνουν πράγματα που νιώθεις πως ήταν για να γίνουν. Αυτό μάλλον είναι και το πεπρωμένο. Αλλά σίγουρα δεν πιστεύω σε κάτι που είναι «γραμμένο» και θα συμβεί ούτως ή άλλως. Θεωρώ ωστόσο πως μπορούμε να οδηγήσουμε τα πράγματα προς την κατεύθυνση που πραγματικά θέλουμε.

-Γιατί ο έρωτας κάνει τόσο μαχητικό τον άνθρωπο;

-Γιατί είναι η μόνη κινητήρια δύναμη υπέρ πάντων και διαχρονικά. Ο έρωτας μας δημιουργεί αυτήν την υπέροχη αδρεναλίνη, που είναι τρομερά εθιστική, και όταν αυτή λείπει κάτι δε μας αρέσει. Είναι λογικό λοιπόν να την αποζητούμε ξανά και ξανά, και γι' αυτό μαχόμαστε αδιαλείπτως - για να ξυπνήσουμε από την αρχή την ίδια εκείνη αίσθηση που μας έκανε να αισθανθούμε θεοί και δαίμονες ταυτόχρονα. Είναι η ψευδαίσθηση που αποζητούμε συνεχώς απέναντι στην αθανασία.

 

-Πώς γεννήθηκε η ιδέα για την παράσταση;

-Με την Αμαλία συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά το 2011. Είχαμε μόλις τελειώσει τις σχολές μας. Ζήσαμε μια ατελείωτη χρονιά με μια παράσταση που άρχισε στη Θεσσαλονίκη και μετά περιόδευσε σε όλη την Ελλάδα. Από τότε αναζητούσαμε την ευκαιρία να συναντηθούμε ξανά επί σκηνής. Το μυθιστόρημα το ανακάλυψε κάπως τυχαία η Αμαλία και από τότε μου έλεγε πως έχει βρει ένα έργο που μας ταιριάζει πολύ. Με αφορμή το Bob Theater Festival πέρυσι, διάβασα κι εγώ (επιτέλους) το κείμενο και ενθουσιάστηκα. Και έτσι ξεκινήσαμε. Δουλέψαμε στην αρχή πάνω σε ένα δεκαπεντάλεπτο σχεδίασμα της παράστασης, κερδίσαμε το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό, και έπειτα ασχοληθήκαμε με την ολοκληρωμένη εκδοχή του έργου.

-Κάνατε από κοινού τη σκηνοθεσία. Πώς δουλέψατε; Ποιες σκηνές επιλέξατε;

-Κάνοντας και τη θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος, κληθήκαμε να επιλέξουμε τον σκελετό της ιστορίας που θέλαμε να πούμε. Εστιάσαμε λοιπόν στην ερωτική ιστορία των δύο κεντρικών ηρώων, και των δύο χαρακτήρων που βρίσκονται κοντά τους. Με βασικό άξονα τον έρωτα και την περιπέτειά του λοιπόν επιλέξαμε τις σκηνές μας. Όσον αφορά στο σκηνοθετικό κομμάτι, έχοντας αρκετές ώρες πτήσης στη σκηνή οι δυο μας, είχαμε ήδη μια εγκαθιδρυμένη χημεία και έναν κοινό κώδικα, οπότε και επενδύσαμε πάνω σε αυτόν.

 

-Τι διακωμωδεί μέσα από το μυθιστόρημά του ο Τζοβάνι Γκουαρέσκι;

-Ο Γκουαρέσκι σχολιάζει με τον δικό του μοναδικό τρόπο, την αστική και τη νεο-αστική τάξη της εποχής του. Ασχολείται με δύο παιδιά, την Κλοτίλδη και τον Φιλιμάριο, που μπαίνουν σε μία τρελή ερωτική περιπέτεια, επειδή έχουν όλα τα υπόλοιπα ζητήματά τους τακτοποιημένα. Τους τοποθετεί στις πιο περίεργες καταστάσεις και οξύνει τις παραξενιές και τα καπρίτσια που μπορεί να αναπτύξει ένας άνθρωπος που ουσιαστικά βαριέται φριχτά.

 

-Πώς σας φαίνονται εσάς τα ερωτικά μυθιστορήματα του 19ου αιώνα; Και τι θα μπορούσαν να πουν στον σημερινό αναγνώστη;

-Έχουν κάτι βαθιά ρομαντικό και γραφικό για την εποχή μας ταυτόχρονα. Ο τρόπος που οι άνθρωποι επικοινωνούσαν και ερωτεύονταν εκείνη την εποχή δεν μοιάζει σε τίποτα με τον σημερινό. Για παράδειγμα, ένα στοιχείο που έχουμε χρησιμοποιήσει και στην παράσταση είναι η σημαντικότητα του «χορού». Στους χορούς οι νέοι είχαν την ευκαιρία να επικοινωνήσουν, να φλερτάρουν, να ερωτευτούν και να πουν όσα ήθελαν στο αντικείμενο του πόθου τους, κάτω από τα βλέμματα δεκάδων ανθρώπων. Υπήρχε μια γλυκιά αντίσταση που σήμερα δεν μπορούμε να αντιληφθούμε, ζώντας στην εποχή της αμεσότητας και της τρομακτικής ευκολίας.

 

 -Τελευταία ολοένα και περισσότερες παραστάσεις εντάσσουν ζωντανή μουσική. Γιατί γίνεται αυτό;

-Η βασική διαφορά του θεάτρου από τον κινηματογράφο είναι πως πρόκειται για μια «ζωντανή» τέχνη. Ηθοποιοί και κοινό μοιράζονται τον χώρο και τον χρόνο της σκηνικής δράσης. Οπότε η ζωντανή μουσική, μπορεί δυνητικά να είναι σε απόλυτη συμφωνία με αυτό το «εδώ και τώρα» του θεάτρου. Σε εμάς ο μουσικός άλλοτε σχολιάζει ή υπογραμμίζει τη δράση, άλλοτε εντάσσεται σε αυτή.

-Πράγματι, στη δική σας παράσταση ο Gary Salomon, πέρα από μουσικός, γίνεται για λίγο και ηθοποιός. Μάλιστα χρησιμοποιείτε και την προφορά του για να προκαλέσετε γέλιο στο κοινό. Πώς σκεφτήκατε να μοιραστείτε μαζί του τη σκηνή;

-Κάνοντας τη θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος μαζί με την Αμαλία, προέκυψε η ανάγκη ενός ρόλου που δεν μπορούσε να παιχτεί από μας. Όταν λοιπόν βρήκαμε τον Gary και αφού συζητήσαμε τα θέματα της μουσικής, μπήκαμε και στο θέμα των σκηνών που θα έπρεπε να συμμετάσχει. Μέσα από τις πρόβες ανακαλύψαμε γρήγορα πως αντί να παριστάνουμε πως δεν υπάρχει η διαφορετικότητα, οφείλουμε να την φωτίσουμε και μάλιστα να επενδύσουμε σε αυτήν. Ο Gary πέραν από εξαιρετικός μουσικός αποδείχτηκε και φύσει θεατρικό ταλέντο η παρουσία του οποίου διαμόρφωσε ουσιαστικά ολόκληρη την παράσταση.

 

-Τι σημαίνει για έναν νέο/ μια νέα σήμερα να είναι ηθοποιός; Ποια τα όνειρα και ποιοι οι στόχοι σας; 

-Θεωρώ πως σήμερα είναι αρκετά δύσκολο να προσπαθεί κάποιος νέος να είναι δημιουργικός και να βιοπορίζεται από το επάγγελμα του, όποιο και αν είναι αυτό. Ζούμε σε μια εποχή στην οποία κυριαρχεί ο σκοταδισμός και η δυσκολία σε όλα τα επίπεδα. Το να είναι κάποιος ηθοποιός μάλλον ποτέ δεν ήταν εύκολο. Χρειάζεται επαγρύπνηση και μελέτη, μαζί με τρομερές αντοχές και αντίσταση να μην πέσεις στη μαύρη τρύπα της απελπισίας που συνεχώς υπάρχει κάπου γύρω σου. Γι' αυτό και προσπαθούμε να εκφραστούμε μέσα από τη δουλειά μας, να κρατηθούμε ζωντανοί και να συνεχίσουμε να ονειρευόμαστε. Αν λοιπόν μπορώ να πω ότι έχω ένα όνειρο, θα ήταν αυτό. Να συνεχίσω να έχω το δικαίωμα και τη θέληση να ονειρεύομαι.

-Τι θα ακολουθήσει για την «Κλοτίλδη» και τι για εσάς;

Το ταξίδι της Κλοτίλδης μας δε θα σταματήσει στη Θεσσαλονίκη. Έχουμε την πρόθεση να ταξιδέψουμε με την παράσταση και σε κάποιες ακόμα πόλεις, και στο τέλος του Μαΐου θα έχουμε τη χαρά να την παρουσιάσουμε  ξανά στην Αθήνα, στο πλαίσιο του Bob Festival που φέτος εντάσσεται για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ Αθηνών. Την ερχόμενη σεζόν θα συνεχίσουμε τις παραστάσεις στην Αθήνα και από κει και πέρα μόνο το πεπρωμένο μας ίσως ξέρει.

Παραστάσεις έως 3 Μαΐου 2017: Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη 21:00

Διάρκεια:  70 λεπτά. Εισιτήριο: 10, 8 και 5 €.

 -Οι φωτογραφίες από την παράσταση είναι της Κικής Παπαδοπούλου

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ