Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Τι έγραφε το διάσημο αφιέρωμα του Spiegel για το «Τέταρτο Ράιχ»;

Γερμανικές παραδοχές για την κρίση του ευρώ και τη σύγχρονη Ευρώπη

Του ΤΑΣΟΥ ΘΩΜΑ

[email protected]

Η Μέρκελ μπαίνει ως έγχρωμη σφήνα στους επτά ναζί αξιωματικούς που ποζάρουν στην Ακρόπολη, σχεδόν 75 χρόνια πριν. Ο τίτλος κυριαρχεί: «Η γερμανική υπερδύναμη». Πιο ψηλά, με μικρότερα γράμματα διαβάζουμε «Πώς βλέπουν οι Ευρωπαίοι τους Γερμανούς». Το πρωτοσέλιδο του γερμανικού περιοδικού Σπίγκελ έχει γράψει ήδη ιστορία.

Το προβοκατόρικο πρωτοσέλιδο του Σπίγκελ έχει κάνει διεθνή αίσθηση. Δεν είναι δα και δύσκολο: Ο συσχετισμός της Μέρκελ με τους Ναζί δεν είναι κάτι καινούργιο, ούτε πρωτοφανές. Είναι όμως η πρώτη φορά που γερμανικό μέσο περιωπής ασχολείται ενδελεχώς και με σοβαρότητα με τη διεθνή εικόνα του Βερολίνου, αλλά και την πραγματικότητα των συσχετισμών δυνάμεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όταν ο Αλέξης Τσίπρας κλήθηκε να σχολιάσει το δημοσίευμα του Σπίγκελ, στεκούμενος πλάι στην Άνγκελα Μέρκελ και είπε: «Είδα και εγώ το δημοσίευμα, το πρωτοσέλιδο του Σπίγκελ. Νομίζω είναι εξαιρετικά άδικο για την καγκελάριο και το γερμανικό λαό να υφίσταται μια τέτοια επίθεση». Ωστόσο, το Σπίγκελ δεν κάνει κάποια επίθεση. Μία ψύχραιμη, σχεδόν κυνική, καταγραφή και ανάλυση κάνει. Μπορεί να «έντυσε» την ανάλυση με μία προβοκατόρικη φωτογραφία, όμως, το σοβαρό της υπόθεσης είναι οι παραδοχές στις οποίες προβαίνει το κορυφαίο γερμανικό περιοδικό, χωρίς ίχνος εθνικιστικών κορόνων ή απολογητικού τόνου. Η γερμανική πρακτικότητα αναδεικνύεται στο σημαντικό αυτό αφιέρωμα.

Επειδή, λοιπόν, δεν έκανε κανείς τον κόπο να μεταφέρει στον ελληνικό λαό το περιεχόμενο του αφιερώματος, παρά μόνο τη φωτογραφία, ας δούμε αναλυτικά τι γράφει το Σπίγκελ. «Για πολύ καιρό, ήταν κυρίως οι Γερμανοί αυτοί που είχαν εμμονή με το ναζιστικό παρελθόν της χώρας. Εδώ και λίγο καιρό, όμως, το κάνουν και άλλοι λαοί της Ευρώπης. Η Καγκελάριος Μέρκελ με χιτλερικό μουστάκι, γερμανικά άρματα μάχης καθ’ οδόν προς το Νότο: Ένας χείμαρρος από ανάλογες γελοιογραφίες στην Ελλάδα, στην Ισπανία, την Βρετανία, την Πολωνία, την Ιταλία και την Πορτογαλία, ενώ τα ναζιστικά σύμβολα έχουν γίνει απαραίτητο αξεσουάρ των διαδηλώσεων εναντίον της λιτότητας», γράφει το περιοδικό.

«Έχει γίνει θέμα συζήτησης το ‘Τέταρτο Ράιχ’, μία παραπομπή στο Τρίτο Ράιχ του Αδόλφου Χίτλερ. Αυτό μπορεί να ακούγεται παράλογο καθώς η Ομοσπονδιακή Γερμανία είναι μια επιτυχημένη δημοκρατία, χωρίς ίχνος εθνικοσοσιαλισμού – και ουδείς θα μπορούσε πραγματικά να συσχετίσει την Μέρκελ με το Ναζισμό», γράφει το Σπίγκελ και περνάει στο ζουμί με την επόμενη πρότασή του: «Ωστόσο, ίσως να είναι απαραίτητος ένας ενδελεχής προβληματισμός γύρω από τη λέξη Ράιχ, ή αυτοκρατορία. Ο όρος παραπέμπει σε μία επικυριαρχία, με μία κεντρική δύναμη να ασκεί εξουσία πάνω σε πολλούς διαφορετικούς λαούς. Σύμφωνα με αυτό τον ορισμό, θα ήταν λάθος να μιλήσει κανείς για ένα γερμανικό Ράιχ στο πεδίο της οικονομίας;», διερωτάται με νόημα το Σπίγκελ.

 

Το Ράιχ της Μέρκελ

Το γερμανικό περιοδικό δεν μασάει τα λόγια του, αναγνωρίζοντας πως η Καγκελάριος Μέρκελ δρα με όρους έθνους κράτους, θέλοντας να μεγιστοποιήσει την επιρροή της Γερμανίας. «Η Καγκελάριος έχει ένα εκτενές πρότζεκτ, το οποίο έχει στόχο να καταλήξει σε ένα Ράιχ της Μέρκελ, θα μπορούσε να πει κάποιος χιουμοριστικά. Δεν είναι τόσο προσηλωμένη στην Ευρώπη όσο ο προκάτοχός της Χέλμουτ Κολ, ο οποίος ήθελε να δει την Γερμανία να ‘διαχέεται’ μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Μέρκελ σκέφτεται περισσότερο με τους όρους του έθνους κράτους, ωστόσο γνωρίζει πως η Γερμανία μόνη της θα έχει λίγη επιρροή στον κόσμο. Οι χώρες που θέλουν να έχουν λόγο έχουν μεγάλο πληθυσμό και ισχυρή οικονομία. Η Γερμανία έχει το δεύτερο, όμως, εν σχέσει με την Κίνα ή τις ΗΠΑ δεν έχει το πρώτο – εξ ου και η Γερμανία χρειάζεται την πολυπληθή Ευρώπη. Όμως αυτή πρέπει να είναι μία ανταγωνιστική, οικονομική ισχυρή Ευρώπη – και προς αυτή την κατεύθυνση εργάζεται η Μέρκελ».

Αυτός είναι ο λόγος που η Μέρκελ διαφοροποιείται από τους προηγούμενους ηγέτες της Γερμανίας, μετά την επανένωση. «Η αλλαγή της γερμανικής προσέγγισης στην ευρωπαϊκή πολιτική είναι δραματική. Ο Χέλμουτ Κολ προσπαθούσε πάντοτε, με κάθε κόστος, να αποφύγει την απομόνωση όποτε υπήρχε μία σημαντική διαπραγμάτευση, ωστόσο η Μέρκελ έχει απορρίψει αυτή την προσέγγιση απολύτως», γράφει το περιοδικό και μας μεταφέρει άγνωστες διαρροές από συζητήσεις της Γερμανίδας Καγκελαρίου. «Είμαι κάπως μόνη στην ΕΕ, αλλά δεν με ενδιαφέρει. Έχω δίκιο», γράφει το Σπίγκελ αποδίδοντας αυτά τα λόγια στην Άνγκελα Μέρκελ και συνεχίζει: «Είμαστε για την Ευρώπη αυτό που είναι οι Αμερικανοί για τον κόσμο: Η μη αγαπητή ηγετική δύναμη».

Την πραγματικότητα των Συνόδων Κορυφής της ευρωζώνης συνοψίζει το Σπίγκελ με μία πρόταση: «Όταν κάποιος άλλος από τους ηγέτες της ΕΕ τελειώνει την ομιλία του στα συνέδρια των Βρυξελλών, λέγεται πως, όλοι γυρνούν προς την Μέρκελ για να μετρήσουν την αντίδρασή της».

Από το πρώτο Ράιχ μέχρι σήμερα

Έπειτα, το Σπίγκελ κάνει μία ιστορική καταγραφή για να φτάσει στο σήμερα: «Οι Ναζί αποκαλούσαν την Γερμανία τους ‘Τρίτο Ράιχ’ σε μία προσπάθεια να συνδέσουν την εξουσία τους με τις δύο προηγούμενες εποχές της γερμανικής κυριαρχίας. Η πρώτη ήταν η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Πολύ μακριά από το να είναι ένα έθνος κράτος, ήταν μία περιοχή που διοικούνταν κυρίως από Γερμανούς αυτοκράτορες, οι οποίοι έλεγχαν ένα μεγάλο κομμάτι της Ευρώπης μέχρι τη Σικελία. Έφτασε στο τέλος της το 1806 μετά τις ναπολεόντειες κατακτήσεις πολλών περιοχών που άνηκαν στην αυτοκρατορία.

 

Το δεύτερο ράιχ, σύμφωνα με αυτή την καταμέτρηση, ήταν το αποκαλούμενο Kaiserreich (το Rάιχ του Κάιζερ), το οποίο ίδρυσε o Μπίσμαρκ το 1871, μετά τη νίκη επί της Δανίας, της Αυστρίας και της Γαλλίας. Τα μικρότερα γερμανικά κράτη ενώθηκαν κάτω από την ηγεσία της Πρωσίας, γι’ αυτό και θεωρείται πως ο Μπίσμαρκ έθεσε τις βάσεις της σύγχρονης Γερμανίας. Ωστόσο, μετά την ίδρυση του Kaiserreich, ένα επικίνδυνο συναίσθημα άρχισε να εξαπλώνεται. Ήταν μία γερμανική ύβρις, ένα αίσθημα ανωτερότητας απέναντι στους άλλους πως γνωρίζεις καλύτερα και είσαι καλύτερος. Αυτό το αίσθημα ήταν συνδυασμένο με μικροψυχία και μία αίσθηση πως απειλείσαι».

«Ο Χίτλερ πίστευε πως η δική του ‘Μεγαλύτερη Γερμανία’ ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να κυριαρχήσει σε όλη την Ευρώπη, όμως έκανε λάθος. Ακόμη και με τις πλέον βάναυσες πολεμικές μεθόδους και την καταπίεση, η ναζιστική Γερμανία δεν μπορούσε να κερδίσει τους Συμμάχους.  Μετά το τέλος του Τρίτου Ράιχ, η γερμανική κυριαρχία στην Ήπειρο φάνηκε να καθίσταται αδύνατη δια παντός. Η Δυτική Γερμανία και η Ανατολική Γερμανία ήταν αρχικά αδύναμα κράτη, τα οποία με μεγαλύτερη ή μικρότερη προθυμία υποτάχθηκαν στους μεγάλους αδερφούς τους, τις ΗΠΑ και την Σοβιετική Ένωση. Υποχώρησαν στην κυριαρχία των άλλων».

Από το μάρκο στο ευρώ

Δεν άργησε, όμως, να δημιουργηθεί ένα εργαλείο απαραίτητο για την οικονομική κυριαρχία της Γερμανίας. «Η Δυτική Γερμανία γρήγορα δημιούργησε ένα νέο εργαλείο κυριαρχίας – οικονομικής αυτή τη φορά: Το γερμανικό μάρκο. Εξαιτίας της οικονομικής ανάπτυξης της Δυτικής Γερμανίας σε συνδυασμό με ένα διαχειρίσιμο χρέος, η γερμανική κεντρική τράπεζα, η Μπούντσμπανκ, κυριάρχησε στην οικονομική και δημοσιονομική πολιτική στην Ευρώπη των δεκαετιών του ’70 και του ’80. Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Ιταλίας έδιναν ιδιαίτερη προσοχή στις αποφάσεις που λαμβάνονταν στην Φρανκφούρτη. Λίγο μετά τη γερμανική επανένωση, κορυφαίος αξιωματούχος της Γαλλίας έλεγε: ‘Εμείς μπορεί να έχουμε πυρηνική βόμβα, αλλά οι Γερμανοί έχουν το μάρκο’.

Ο Φρανσουά Μιτεράν, Πρόεδρος της Γαλλίας όταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου, δεν ήταν θιασώτης της γερμανικής επανένωσης. Φοβόταν πως ένας γερμανικός κολοσσός στο κέντρο της Ευρώπης μπορεί σύντομα να αρχίσει να επιδιώκει την πολιτική κυριαρχία για άλλη μία φορά. Το ίδιο πίστευε και η Βρετανίδα πρωθυπουργός, Μάργκαρετ Θάτσερ, όπως και πολλοί Γερμανοί, ειδικά αυτοί προερχόμενοι από την Αριστερά. Ο συγγραφέας Γκίντερ Γκρας πίστευε πως η χώρα θα επανερχόταν στην παλιά της ύβρη, το αίσθημα της ανωτερότητας.

Η ενωμένη Γερμανία αρχικά κρατούσε ένα χαμηλό πολιτικό προφίλ και παρέμεινε ταπεινή. Ωστόσο, τότε έφτασε το ευρώ, το οποίο ο Μιτεράν ήλπιζε πως θα αφαιρούσε την ‘πυρηνική βόμβα’ της Γερμανίας. Το ευρώ υποτίθεται πως θα σταματούσε τη γερμανική οικονομική κυριαρχία, όμως είχε ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα. Η κοινή νομισματική ένωση έχει συνδέσει τις μοίρες των κρατών μελών της ευρωζώνης και έχει επικυρώσει την εξουσία της Γερμανίας έναντι των άλλων.

Από κατακτητές σε πιστωτές

«Αυτό δεν είναι μία κοινή νομισματική ένωση», έγραφαν οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς τον Μάιο του 2012 και συμπλήρωναν: «Μοιάζει πολύ περισσότερο με μία αυτοκρατορία». Όπως σχολιάζει το Σπίγκελ «Η αυτοκρατορία, φυσικά, είναι μία άλλη λέξη για το Ράιχ». Στο σύγχρονο κόσμο, ο οποίος κυριαρχείται από οικονομικά ζητήματα, οι κατακτητές και οι κυριαρχούμενοι έχουν εκχωρήσει τους ιστορικούς τους ρόλους σε πιστωτές και οφειλέτες. Η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής της Ευρώπης. Οι πιστωτές έχουν εξουσία πάνω στους οφειλέτες: Αναμένουν ευγνωμοσύνη και συχνά έχουν ξεκάθαρες ιδέες για το τι πρέπει να κάνουν οι οφειλέτες ώστε να αποπληρώσουν τα χρήματα που χρωστάνε. Οι πιστωτές θέλουν να ασκούν εξουσία στους οφειλέτες γιατί φοβούνται. Φοβούνται πως δεν θα ξαναδούν ποτέ τα χρήματα που τους έδωσαν. Η Γερμανία μπορεί να πληρώσει τα χρέη της Ελλάδας, όμως δεν μπορεί να κάνει το ίδιο για την Ιταλία και την Ισπανία.

«Η Γερμανία είναι ξανά ένα παράδοξο», δηλώνει ο Χανς Κουντνάνι επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων και συνεχίζει: «Δεν θέλει να ηγηθεί και αντιστέκεται στην αμοιβαιοποίηση του χρέους, ενώ την ίδια ώρα θέλει να ξαναφτιάξει την Ευρώπη, καθ’ εικόναν της Γερμανίας, ώστε να την κάνει πιο ανταγωνιστική». Το να ηγηθεί, σημειώνει το περιοδικό, σημαίνει πως πρέπει συχνά να πληρώνει. Όπως λέει ο Χανς Κουντνάνι μία πραγματική ηγεμονούσα δύναμη όπως οι ΗΠΑ «πρέπει να δημιουργεί κίνητρα για όσους βρίσκονται υπό την εξουσία της, ώστε να παραμένουν κομμάτι του συστήματος».

 

Το Σπίγκελ γράφει πως «Παρότι η Γερμανία έχει κυριαρχήσει στην Ευρώπη οικονομικά κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ, έχει παραμείνει ένας νάνος εξωτερικής πολιτικής». Εδώ το γερμανικό μέσο αναφέρεται στο γεγονός πως η Γερμανία διάλεξε να απέχει από τη νατοϊκή επέμβαση στη Λιβύη, αλλά κυρίως στο γεγονός πως το Βερολίνο δεν είναι στρατιωτική δύναμη. Επικαλείται τον Χανς Κουντνάνι, ο οποίος γράφει πως η Γερμανία «χαρακτηρίζεται από ένα περίεργο κράμα οικονομικής επικυριαρχίας και στρατιωτικής αποχής». «Για αυτό το λόγο», γράφει το Σπίγκελ, «οι αναφορές στη ναζιστική περίοδο πέφτουν έξω. (Σ.σ. Η γερμανική κυριαρχία) δεν έχει να κάνει με βία ή ρατσισμό. Έχει να κάνει με χρήματα. Και αυτό είναι μία μεγάλη διαφορά, ακόμη κι αν οι νομισματικές ερωτήσεις μπορεί να είναι δυσάρεστες».

Το καλύτερο το κρατάει για το τέλος, όμως. Έχοντας παρουσιάσει τη διαφορά με το Τρίτο Ράιχ, το Σπίγκελ γράφει: «Ωστόσο, έχουμε να κάνουμε με μία αυτοκρατορία, τουλάχιστον σε οικονομικό επίπεδο. Είναι ξεκάθαρο πως η Γερμανία κυριαρχεί στην ευρωζώνη, ακόμη κι αν το Βερολίνο αντιμετωπίζει κάποιες προκλήσεις. Έχει σημαντικό λόγο στη μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων. Αυτή η εξουσία δημιουργεί σημαντικές υποχρεώσεις, όμως η κυβέρνηση συμπεριφέρεται ορισμένες φορές λες και διοικεί μία μικρή χώρα».

Οι τρεις παραδοχές των Γερμανών

Κατά την άποψή μας, η δήλωση του Έλληνα πρωθυπουργού περί μίας «άδικης επίθεσης» εναντίον της Καγκελαρίου είναι πέρα για πέρα άστοχη, καθώς έμεινε στην επιφάνεια μίας φωτογραφίας, δίχως να ενδιαφερθεί για το περιεχόμενο ενός σημαντικού αφιερώματος. Το γερμανικό Σπίγκελ με ευθύτητα κάνει τρεις πολύ σοβαρές παραδοχές για τη σύγχρονη Γερμανία μετά την κρίση του ευρώ: 1) Πως το Βερολίνο δρα με όρους έθνους κράτους, ώστε να μεγιστοποιήσει την επιρροή του ανά τον κόσμο. Άρα, πάνε περίπατο τα παραμύθια περί εταίρων, οι οποίοι δίνουν δάνεια για… ελεημοσύνη προς την Ελλάδα ή οποιαδήποτε άλλη χώρα. Αυτά τα δάνεια είναι κομμάτι του ευρύτερου σχεδίου, καθώς όλοι πλέον γνωρίζουν πως τα λεφτά δεν πήγαν στη χώρα μας αλλά σε γερμανικές και γαλλικές τράπεζες. 2) Πως το ευρώ έχει επικυρώσει την εξουσία της Γερμανίας έναντι των άλλων. Μπορούμε να σταματήσουμε τις αβρότητες. Δεν υπάρχει ούτε Γιούρογκρουπ, ούτε Κομισιόν, ούτε καν ΕΚΤ. Οι ίδιοι οι Γερμανοί παραδέχονται πως το Βερολίνο κινεί τα νήματα, πολλές φορές δίχως καμία διάθεση να κρύψει την κυριαρχία του. 3) Πως έχουμε να κάνουμε με μία αυτοκρατορία, τουλάχιστον σε οικονομικό επίπεδο. Τελείως ψυχρά, χωρίς φανφάρες, οι Γερμανοί μιλούν για αυτοκρατορία. Δεν πρέπει πια να υπάρχουν αυταπάτες.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ