Του Γιώργου Παπαδημητρίου
Οι τελευταίες εξελίξεις στο ανοιχτό μέτωπο της Ουκρανίας, ιδίως ύστερα από το τηλεοπτικό διάγγελμα του Βλαντιμίρ Πούτιν, το οποίο πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά το χτύπημα της Ρωσίας με υπερηχητικό βαλλιστικό πύραυλο στην πόλη Ντνίπρο της Ουκρανίας, έχει σημάνει -και όχι αδίκως, να σημειώσουμε- παγκόσμιο συναγερμό. Μάλιστα, αυτός ο κώδωνας κινδύνου έρχεται να αφυπνίσει με εξαιρετικά απότομο τρόπο τη διεθνή κοινή γνώμη, η οποία είχε πέσει σε έναν άτυπο λήθαργο όσον αφορά τις εξελίξεις στην Ουκρανία.
Προϊόντος του χρόνου, και αφότου είχε κοπάσει το πρώτο σοκ που πυροδότησε η ρωσική, και λίγο αφότου είχε ξεθυμάνει η ευφορική διάθεση για την αντίσταση-αντεπίθεση της Ουκρανίας, το ενδιαφέρον όλου του πλανήτη για αυτή την πολεμική σύρραξη είχε -κακά τα ψέματα- ατονήσει για τα καλά. Η στάσιμη κατάσταση όσον αφορά τις πολεμικές επιχειρήσεις, ύστερα από την αναχαίτιση της αντεπίθεσης των Ουκρανών, είχε σίγουρα συνδράμει σε αυτή την κατεύθυνση. Επιπλέον, όσο και να ακούγεται σκληρό ή κυνικό στα αυτιά κάποιων (κυνική, παρεμπιπτόντως, είναι πάντα η πραγματικότητα και ποτέ το να τη διαπιστώνεις), ο πόλεμος στην Ουκρανία, όπως και σχεδόν κάθε γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας, ανεξάρτητα από το πόσο φρικιαστικό ή δραματικό είναι, στα μάτια των περισσότερων ανθρώπων δεν είναι παρά μία ακόμη επέλαση ενός ψηφιακού-μιντιακού, και πάνω απ’ όλα διαμεσολαβημένου, θεάματος. Η ιστορία επαναλήφθηκε για πολλοστή φορά στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα ακόμη και τα νέα για τα ολοένα αυξανόμενα εδαφικά-στρατιωτικά κέρδη της Ρωσίας τον τελευταίο καιρό να περνάνε στα ψιλά από τους ίδιους ανθρώπους που λίγους μήνες πριν έδιναν την εντύπωση πως κοιμούνται και ξυπνούν με τη σκέψη αγκυροβολημένη στην Ουκρανία.
Κάπως έτσι, φτάσαμε στο σήμερα και στην πρώτη -τόσο ευθεία και ξεκάθαρη- δήλωση από πλευράς Πούτιν πως η πολεμική αναμέτρηση στην Ουκρανία ενδέχεται να λάβει μορφή παγκόσμιας σύγκρουσης. Περίπου 35 χρόνια μετά την κατάρρευση του διπολικού κόσμου που είχε διαμορφωθεί μέσα από τον Ψυχρό Πόλεμο, ο πλανήτης -έστω και διστακτικά- αρχίζει να αναρωτιέται την πιθανότητα επανεμφάνισης μιας ισορροπίας του τρόμου, κάτι σαν απωθημένο και σκοτεινό déjà vu μιας εποχής που είχαμε την αφελή ψευδαίσθηση πως είχε κλειδωθεί για τα καλά στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Ειρήσθω εν παρόδω, ακόμη δεν έχει διευκρινιστεί τι είδους πύραυλος ήταν αυτός που εκτοξεύθηκε από τη Ρωσία στο Ντνίπρο, και άντε να πιστέψεις οτιδήποτε κι αν μεταδίδεται ως είδηση. Σύμφωνα πάντως με το διάγγελμα του Πούτιν, ο πύραυλος δεν ήταν διηπειρωτικός (ICBM), αλλά μεσαίου βεληνεκούς, παρά τις περί αντιθέτου φήμες που κυκλοφόρησαν από αμφότερα τα στρατόπεδα, γεγονός που ίσως να ευσταθεί αν αναλογιστεί κανείς ότι το «ξόδεμα» ενός τόσο ακριβού και ισχυρού όπλου -με βεληνεκές που μπορεί να ξεπεράσει τα 5.500 χιλιόμετρα- για έναν στόχο σε απόσταση μόλις 700 χιλιομέτρων μάλλον φαντάζει άσκοπο.
Ως γνωστόν, όλα τα παραπάνω έρχονται ως ρωσική απάντηση στο πράσινο φως που δόθηκε από τις ΗΠΑ για τη χρήση πυραύλων ATACMS από την πλευρά της Ουκρανίας ενάντια σε στόχους στο εσωτερικό της Ρωσίας. Αξιοσημείωτο είναι, φυσικά, το γεγονός ότι ποτέ άλλοτε δεν είχαμε γίνει μάρτυρες δύο τόσο αντιφατικών και αντικρουόμενων τάσεων στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Διότι είναι κάπως οξύμωρο ο απερχόμενος πρόεδρος να δίνει την έγκριση για μια στρατιωτική κίνηση, την οποία είναι βέβαιο πως θα αποσύρει ο επερχόμενος πρόεδρος σε περίπου δύο μήνες από τώρα, στο πλαίσιο της εξαγγελίας του πως θα τερματίσει τον πόλεμο, χωρίς βέβαια να είναι κάποιος σε θέση να πει πώς θα συμβεί αυτό. Την ίδια στιγμή, παρότι η Ευρώπη διατείνεται πως τηρεί την ίδια άτεγκτη στάση απέναντι στη Ρωσία, τις προάλλες είχαμε την πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία του Γερμανού Καγκελαρίου (που κι αυτός αντιμετωπίζει χίλια μύρια προβλήματα στο εσωτερικό της χώρας του) με τον Πούτιν. Κι αναρωτιέται κανείς, με την αμηχανία του απλού καθημερινού ανθρώπου που νιώθει ανήμπορος να επηρεάσει έστω και στο ελάχιστο τις εξελίξεις, κατά πόσο βρισκόμαστε ενώπιον μιας ολέθριας κλιμάκωσης ή μια εκκολαπτόμενης αποκλιμάκωσης.