Skip to main content
Menu Αναζήτηση
espa-banner

Νίκος Παναγιωτόπουλος: Ο σαρκαστικός λάτρης του τίποτα

Καλό ταξίδι Νίκο Παναγιωτόπουλε, αν όντως υπάρχει ταξίδι σε αυτές τις περιπτώσεις

Του Γιώργου Παπαδημητρίου

Είναι πέρα για πέρα εφικτό να έχεις συναντήσει ένα άνθρωπο για μόνο και μία φορά και να τον έχεις νιώσει ολότελα δικό σου. Πέντε χρόνια πριν, μία συνέντευξη με τον Νίκο Παναγιωτόπουλο έμεινε στο ράφι. Για καλό λόγο. Αποχαιρετισμό σε ένα σκηνοθέτη που έζησε μέσα στο σινεμά.

«Αποκλείεται. Δεν σου λέω κουβέντα για την ταινία μου («Τα οπωροφόρα της Αθήνας»). Είτε για αυτή, είτε για οποιαδήποτε άλλη. Δεν μου αρέσει να μιλάω για τις ταινίες μου. Βασικά, δεν μπορώ να μιλήσω για τις ταινίες μου. Αυτό που είχα να το πω, το είπα κάνοντας την ταινία. Αν μπορούσα να το πω με λόγια, θα το έλεγα με λόγια, δεν θα γύριζα ταινίες. Το σινεμά για μένα είναι μία φυσική συνθήκη. Όχι κάποια εξαίρεση ή έξαρση.»

Τάδε έφη ο Νίκος Παναγιωτόπουλος πριν από περίπου πέντε χρόνια, σε μία κουβέντα που προοριζόταν για σύντομη και περιεκτική συνέντευξη και κατέληξε σε πεντάωρο συμπόσιο, γεμάτο κέφι. Εφάμιλλο με το κέφι με το οποίο γύριζε όλες του τις ταινίες. «Διασκεδάζω πάρα πολύ γυρνώντας μια ταινία. Παλαβώνω όταν καταλαβαίνω ότι ένας σκηνοθέτης σφίγγεται και δεν αφήνει τον εαυτό του ελεύθερο, σε μία ταινία. Το καταλαβαίνω αυτό το άγχος, το νιώθω. Είναι ο θάνατος του σινεμά αυτό το σφίξιμο, αυτή η πόζα. Είναι ο θάνατος γενικά.» Το πλατό και τα γυρίσματα ήταν για τον Νίκο Παναγιωτόπουλο μία εξαπάτηση του θανάτου. Ένιωθε αθάνατος και άτρωτος. Ίσως γι’ αυτό να μου προξένησε και τόσο μεγάλη εντύπωση το ότι πέθανε ενόσω γυρνούσε τη νέα του ταινία, την οποία έβαλε στα σκαριά προτού καλά καλά αποσυρθεί από τις ελληνικές αίθουσες η προηγούμενη («Η κόρη του Ρέμπραντ»). 

Ο Παναγιωτόπουλος σκάρωνε τον σκελετό της κάθε του ταινίας κυριολεκτικά στο άψε-σβήσε. Ήταν τέτοια η μανία του να βρεθεί στη “φυσική του συνθήκη” που δεν χαμπάριαζε τίποτα μπροστά σε εμπόδια, χρονοδιαγράμματα, διευθετήσεις λεπτομερειών και εξαντλητικές συνεννοήσεις. Θεωρούσε την τελειομανία ανίατη ασθένεια. Ήθελε να τσαλαβουτά με πάθος στο σινεμά κι αυτό μπορούσε να συμβεί μονάχα με λασπωμένες μπότες. Δεν πάσχιζε να βρει κάποιο υψηλό νόημα μήτε στις ταινίες του μήτε στην αποστολή του ως καλλιτέχνη. Δεν είχε κανένα πρόβλημα οι ταινίες του να ζήσουν, να μαραθούν και να πεθάνουν, σαν οποιοδήποτε όμορφο λουλούδι που φύτρωσε για λίγο σε μία πλαγιά. «Οι ταινίες μου ξεπηδούν από το τίποτα και καταλήγουν στο τίποτα. Δεν επιτελώ καμία ιερή αποστολή.  Δεν έχω να αποδείξω τίποτα στον εαυτό μου.  Είμαι απόλυτα συμφιλιωμένος με το ότι κάποιες μου ταινίες θα πατώσουν εισπρακτικά.»

Κι όντως κάποιες πάτωσαν, όπως και κάποιες άλλες διέπρεψαν. Ο Παναγιωτόπουλος έφτιαχνε, άνευ υπερβολής, το δικό του προσωπικό σινεμά, ανόμοιο και ξεχωριστό σε σύγκριση με οτιδήποτε άλλο. Κανείς άλλος Έλληνας σκηνοθέτης δεν συνδύασε τόσο αρμονικά και αβίαστα το λαϊκό σινεμά με την αίσθηση μιας υψηλής τέχνης. Αν μπορούσαμε να ανιχνεύσουμε ένα κοινό γνώρισμα όλων του των ταινιών, αυτό ήταν το πολυεπίπεδο χιούμορ του. Η επιλογή του επιθέτου δεν είναι διόλου τυχαία, πιστέψτε με. Το χιούμορ του Παναγιωτόπουλου λειτουργούσε σε πολλά ταμπλό συγχρόνως. Ειρωνευόταν τον εαυτό του, τους ήρωές του και το κοινό, αλλά ταυτόχρονα ζητούσε απεγνωσμένα την αγάπη και των τριών.

Οι ταινίες του Παναγιωτόπουλου μου προσέφεραν πολλά εσωτερικά ξεσπάσματα και πολλές μύχιες κορυφώσεις. Όταν είδα τον Νικήτα Τσακίρογλου να μπογιατίζει το βουνό και να ανταλλάσσει συμβολικά «κόσμους» με τον Λευτέρη Βογιατζή στο «Βαριετέ», κόντεψα να τρελαθώ. Όταν είδα και πάλι τον Νικήτα Τσακίρογλου να μονολογεί στα «Χρώματα της ίριδος», εκφράζοντας μία κατάσταση ψύχραιμης παράνοιας, βίωσα μία βαθιά ενσυναίσθηση. Ο cheesy σαρκασμός του “Beautiful People” και ο φόρος τιμής του στην «Περιφρόνηση» του Γκοντάρ μου κάρφωσαν ένα χαμόγελο – μειδίαμα στα χείλη για πολλές μέρες. Υπάρχει όμως και το «Αυτή η νύχτα μένει». Μία ταινία που μένει καρφωμένη στο μυαλό μου. Η κινηματογράφηση ενός «έρωτα επίγειου», που λέει το ομώνυμο τραγούδι. Μία ταινία καμωμένη με σπάνια ψυχή. Μία ιδανική αφορμή για βούρκωμα με κάθε θέασή της. «Αν κάπου παρέβην τους άτυπους κανόνες μου, αυτό συνέβη στο «Αυτή η νύχτα μένει», εκεί νοιάστηκα πολύ, νοιάστηκα για κάθε ικμάδα της ταινίας.», μου είχε πει σε εκείνο το συμπόσιο.

Έχω ακόμη αποθηκευμένη αυτή τη συνέντευξη στο dropbox, χωρίς να την απομαγνητοφωνήσω ποτέ. Την έβαλα να παίξει Δευτέρα βράδυ, όταν έμαθα τα δυσάρεστα.  Πολύ όμορφα τα είχαμε πει. Είχα αισθανθεί μία τόσο όμορφη πληρότητα αμέσως μετά, που δεν με ένοιαζε καθόλου η δημοσιοποίησή της. Ίσως και να την αποστρεφόμουν ενδομύχως, να ήθελα να κρατήσω κάτι όμορφο αποκλειστικά για τον εαυτό μου. Καλό ταξίδι Νίκο Παναγιωτόπουλε, αν όντως υπάρχει ταξίδι σε αυτές τις περιπτώσεις.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Σήμερα στον Ανακριτή ο Κωνσταντίνος Φλώρος – Κατηγορείται για κακούργημα
Για την επίθεση μέσα στην Βουλή σε βάρος του βουλευτή της Ελληνικής Λύσης Βασίλη Γραμμένου – Παραμένει κρατούμενος από χθες
Σήμερα στον Ανακριτή ο Κωνσταντίνος Φλώρος – Κατηγορείται για κακούργημα